Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

TO TEΛΟΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Πολίτες", αρ. 19 (Οκτώβριος 2010) και αρ. 20 (Νοέμβριος 2010)


Γιώργος Ν. Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας


ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

«Kαι τα οράματα σαν παροράματα»
Tάκης Παυλοστάθης

I

Ενώ η κρίση του καπιταλιστικού συστήματος ξέσπασε το 2008, η κρίση της Αριστεράς είναι πολύ παλαιότερη, ήδη από την δεκαετία του ’50. Στην Ελλάδα η κρίση αυτή αρχίζει επισήμως από το 1944 με τα Δεκεμβριανά και συνεχίζεται αμείωτη μέχρι σήμερα, αλλάζοντας μορφές και σχήματα. Αν και ορισμένα τμήματά της συνειδητοποιούν την κρίση αυτή εν τούτοις δεν θέτουν το δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων. Παραμένουν εγκλωβισμένα σε πεπαλαιωμένες ιδεολογίες που αποδείχθηκαν ψευδαισθήσεις και την οδήγησαν σε αδιέξοδα και καταστρεπτικά αποτελέσματα. Μετά, και με αφορμή, την παγκόσμια οικονομική κρίση που διέρχεται ο δυτικός κόσμος, οι ιδεολογίες αυτές επανέρχονται και σήμερα σε ορισμένους χώρους της Αριστεράς, και έχουν ως βάση κυρίως τις ιδέες του μαρξισμού, του σοσιαλισμού, του κομμουνισμού και μιας νεφελώδους ιδέας περί κατακτήσεως της εξουσίας.
Μάλιστα μιντιακοί διανοούμενοι, τους οποίους προβάλλει η Αριστερά, όπως ο Α. Βadiou, πρώην μαοϊκός και υποστηρικτής του αιμοσταγούς καθεστώτος Πολ Ποτ στην Καμπότζη, και ο S. Zizek, λακανικός θαυμαστής της «επαναστατικής τρομοκρατίας» του Ροβεσπιέρου και του Λένιν, κηρύσσουν ότι «ο κομμουνισμός είναι μια αιώνια ιδέα». Αλλά ο κομμουνισμός δεν είναι αιώνια ιδέα, γεννήθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα και πέθανε στη Ρωσσία το 1917, με τον σφετερισμό της εξουσίας των σοβιέτ από τον Λένιν και τους μπολσεβίκους – τους μετέπειτα κομμουνιστές. Οι τόποι στους οποίους μπορεί να διαπιστωθεί ο θάνατός του είναι αρκετοί: Κίνα, B. Κορέα, Κούβα, κυρίως Βιετνάμ, Καμπότζη, , Αλβανία, οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, στις οποίες εξέπνευσε και τυπικώς το 1989. Στην Ελλάδα η ιδέα του κομμουνισμού εξέπνευσε πιο νωρίς, το 1949.
Η αποτυχία της Αριστεράς και η συνακόλουθη κρίση της οφείλονται σε ένα σύνολο αντιλήψεων και νοοτροπιών, η εκκόλαψη των οποίων έγινε στον 19ο αιώνα, και έχουν τις ρίζες τους στην ίδια τη θεωρία του Μαρξ. Μεταξύ τών λανθασμένων αντιλήψεων είναι η πίστη ότι μόνη της η Αριστερά θα πραγματοποιήσει την αλλαγή του κοινωνικού καθεστώτος, χωρίς τη συμμετοχή της κοινωνίας τόσο στην προετοιμασία της αλλαγής όσο και στην μετέπειτα πορεία του καθεστώτος - δηλαδή η επιμονή της και η εμμονή της στη βίαιη κατάληψη της εξουσίας από μια «πρωτοπόρα» μειοψηφία πάση θυσία με κάθε μέσον, με όπλα, με εμφύλιο ή με πραξικόπημα. Επίσης, σημαντικός αρνητικός παράγοντας υπήρξε ο δογματισμός που στηρίζεται στην ψευδαίσθηση της σωστής θεωρίας, του μαρξισμού-λενινισμού. Επί πλέον, η κατάργηση κάθε αντιπολίτευσης και γενικώς κάθε διαφορετικής γνώμης - στις χώρες όπου επεκράτησε -, η απουσία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των ατομικών ελευθεριών με κορύφωμα την τερατώδη περίοδο του σταλινισμού με τις εκκαθαριστικές «δίκες της Μόσχας», με τα στρατόπεδα εξορίας (Γκουλάγκ), τις φυλακίσεις, με τα βασανιστήρια, τα ψυχιατρεία, τις δολοφονίες.
Η πολύμορφη και πολυδιασπασμένη ελληνική Αριστερά δεν εννοεί να δεχθεί τον θάνατο του κομμουνισμού και του σοσιαλισμού. Χρησιμοποιεί επί πλέον τον ακατάλληλο και παραπλανητικό όρο «υπαρκτός σοσιαλισμός», ενώ ο σωστός θα ήταν «υπαρκτός σταλινισμός» ή «υπαρκτός ολοκληρωτισμός». Δεν εννοεί να καταλάβει και δεν θέλει να θρηνήσει τον θάνατο του πατέρα και να ενηλικιωθεί. Έχει αγκιστρωθεί με θρησκευτικό ζήλο σε μία ιδέα και πορεύεται στον ήδη σηματοδοτημένο αδιέξοδο δρόμο. Φυσικά το τέλος του κομμουνισμού και του σοσιαλισμού καθώς και το τέλος της παραδοσιακής Αριστεράς δεν σημαίνουν το τέλος της ιστορίας. Απλώς σημαίνουν την παραδοχή ότι μία εποχή πέρασε ανεπιστρεπτί και μία άλλη έχει αρχίσει.
Όμως η Αριστερά φαίνεται ανίκανη να παραδεχθεί ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει. Να παραδεχθεί την αποτυχία της, την αποτυχία των ιδεολογημάτων και τακτικών που πίστεψε ότι ήταν η σωτήρια οδός της απελευθέρωσης. Να παραδεχθεί ότι δεν υπάρχουν μοναδικές αλήθειες και αλάνθαστες θεωρίες περιβεβλημένες τον χιτώνα της επιστήμης, δεν υπάρχει «επιστημονικός σοσιαλισμός ή κομμουνισμός», δεν υπάρχουν αλάνθαστοι οδηγοί φιλόσοφοι, οικονομολόγοι ή ινστρούκτορες, δεν υπάρχουν θέσφατα και ιερά κείμενα, δεν υπάρχουν αδήριτοι νόμοι της ιστορίας και της κοινωνίας που οδηγούν στην αταξική κοινωνία, δεν υπάρχει και ούτε θα υπάρξει το αλάνθαστο πρωτοποριακό λενινιστικό κόμμα που θα ηγηθεί κάποιας «προλεταριακής» ή «λαϊκής» επανάστασης. Να παραδεχθεί κυρίως ότι δημιουργοί και φορείς των δημοκρατικών αλλαγών στην Ιστορία είναι οι άνθρωποι και η κοινωνία ως σύνολο, και όχι μειοψηφίες, κόμματα ή ιστορικές νομοτέλειες και οικονομικές αναγκαιότητες.
Να παραδεχθεί, τέλος, ότι ο εμφύλιος και η ήττα της στην Ελλάδα, αποτέλεσμα του ζαχαριαδισμού και του σταλινισμού του ΚΚΕ, σηματοδότησαν την αρχή μεγάλων δεινών για τους αριστερούς αλλά και την ελληνική κοινωνία. Το «Κιβώτιο» του Άρη Αλεξάνδρου δείχνει με εκπληκτικό τρόπο την ολέθρια και άνευ νοήματος πορεία της ελληνικής Αριστεράς. Η διαπίστωση αυτή δεν απαλλάσσει ούτε αποενοχοποιεί την άλλη πλευρά και τις δικές της τεράστιες ευθύνες. Ούτε επίσης αγνοεί τους αγώνες των αριστερών και τις απάνθρωπες ταλαιπωρίες και μακροχρόνιες διώξεις τους. Θέλει απλώς να υπενθυμίσει και να τονίσει ότι οι πληγές του φοβερότερου γεγονότος της νεώτερης ελληνικής ιστορίας, του εμφυλίου πολέμου 1944-45 και 1946-49, δεν έχουν κλείσει ακόμη και συνεπώς τα συνθήματα υπέρ του κομμουνισμού, από ορισμένες πλευρές, είναι, στην κυριολεξία, εκτός τόπου και χρόνου.

II

Είναι λοιπόν απογοητευτικό το γεγονός ότι σήμερα στις πρωτοβουλίες που οργανώνονται από χώρους της Αριστεράς, σε δύσκολες εποχές κρίσεως και βαρβαρότητας του «Μνημονίου», δεν ξεκαθαρίζονται ορισμένα βασικά στοιχεία, όπως λ.χ. ποιο είναι το εύρος της Αριστεράς: ποιους περιλαμβάνει, ποιες οργανώσεις και ποια κόμματα, ποιες αρχές και αντιλήψεις. Δεν είναι σαφές αν αποκλείονται ιδέες και πρακτικές που αμαύρωσαν και ακύρωσαν τους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες οδηγώντας τους σε αδιέξοδο. Συγκεκριμένα δεν είναι σαφές αν διαχωρίζονται οι πρωτοβουλίες αυτές από το ΚΚΕ και τις αριστερίστικες οργανώσεις που επικαλούνται αφ’ενός τον Στάλιν, τον Μάο και τον Κάστρο ως σημαντικούς ηγέτες με θετικό πρόσημο και αφ’ ετέρου θέτουν ως απώτερο στόχο τον κομμουνισμό. Από τη στιγμή που δεν γίνονται αυτοί οι διαχωρισμοί, ακυρώνεται οποιαδήποτε καλή πρόθεση των πρωτοβουλιών αυτών, αποδυναμώνεται το εγχείρημα, και επί πλέον εξωραΐζονται το ΚΚΕ και τα σταλινικά γκρουπούσκουλα.
Δεν είναι δυνατόν να ανοίξουν προοπτικές για το μέλλον με ιδέες και σύμβολα του αρνητικού παρελθόντος που θυμίζουν τις μελανότερες σελίδες της ανελευθερίας, της μονολιθικότητας, του δογματισμού και του αντιανθρωπισμού. Στο πλαίσιο αυτό είναι λανθασμένο και απροσανατολιστικό το σύνθημα, που προβάλλει ο χώρος του ΣΥΝ, «Ενότητα της Αριστεράς», στην οποία περιλαμβάνει και το ΚΚΕ. Όμως αυτό σνομπάρει επιδεικτικώς τον ΣΥΝ και την «ενότητα». δεν είναι τυχαίο άλλωστε που η μόνη συνεργασία την οποία έχει κάνει το ΚΚΕ είναι με πρόσωπα οπαδούς του λαϊκισμού, του εθνικισμού, του χριστιανισμού και του ...Παναθηναϊκού.
Ίσως η επιμονή στην «ενότητα» εκ μέρους ΣΥΝ να οφείλεται στο γεγονός ότι αρκετά ηγετικά στελέχη και μέλη του προέρχονται από τον χώρο του ΚΚΕ και δεν εννοούν να κόψουν τον ομφάλιο λώρο. Θα πρέπει να σημειωθεί το ανησυχητικό φαινόμενο ότι ουδείς από τους πρώην Κνίτες και προσχωρήσαντες στον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει τη δημόσια αυτοκριτική του. Απλώς έφυγαν από ένα κόμμα και προσχώρησαν σε ένα άλλο, σαν να έφυγαν από ένα κατάστημα και πήγαν σε ένα άλλο. Αυτό που ενδιαφέρει την ευρύτερη κοινότητα στις περιπτώσεις αυτές είναι οι πολιτικοί λόγοι της αποχώρησης, που αφορούν στον τρόπο λειτουργίας του κόμματος, στις θέσεις του, στον αυταρχισμό του εκφρασμένο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις κ.λπ. Στο πλαίσιο αυτό, δεν είναι καθόλου τυχαίο που δύο από τους πρώην προέδρους του ΣΥΝ προσεχώρησαν στο ΠΑΣΟΚ, ο τρίτος έγινε πρόεδρος του Παναθηναϊκού, ο τέταρτος βρίσκεται σε αντίθεση με τον νυν και οραματίζεται ένα νέο ΕΑΜ, και ο νυν εκθειάζει τον Μάο και τον κομμουνισμό. Όλα αυτά και άλλα πολλά είναι ενδείξεις μεγάλης συγχύσεως, ασαφούς στίγματος και ελλείψεως εναλλακτικών προτάσεων για το μέλλον.
Είναι επίσης απογοητευτικό το γεγονός ότι σε κείμενο πρωτοβουλίας κατά του «Μνημονίου» τίθεται ως στρατηγικός στόχος η «υπέρβαση του καπιταλισμού» και ο σοσιαλισμός: «η δομική κρίση του καπιταλισμού θέτει επί τάπητος τον στρατηγικό στόχο της σοσιαλιστικής εναλλακτικής». Εδώ η αριστερή φαντασίωση επανεμφανίζεται και προκαθορίζει εξ ορισμού και ασυζητητί τον στόχο. Ουδείς εξηγεί τι σημαίνει σοσιαλισμός σήμερα στον 21ο αιώνα. θεωρείται δεδομένος και γνωστός, αξίωμα αναμφισβήτητο. Βεβαίως δεν αναμένονται καλλιγραφίες από το σταλινικό ΚΚΕ, που επαγγέλλεται και αυτό τον σοσιαλισμό, αλλά ορισμένες πτυχές της Αριστεράς θα μπορούσαν να επιδείξουν περισσότερη σαφήνεια, ευθύνη και διερώτηση.
Ποιος θέτει λοιπόν τον στόχο αυτόν του σοσιαλισμού; Ασφαλώς οι άνθρωποι που πήραν αυτή την πρωτοβουλία και έγραψαν αυτό το κείμενο και ορισμένοι άλλοι που θα συμφωνήσουν. Γιατί όμως η «δομική κρίση του καπιταλισμού» δεν θέτει και κάποιον άλλο στόχο; Αυτό δεν το εξηγούν, αλλά είναι προφανές ότι αυτοί οι ίδιοι αποφάσισαν αυτόν τον στόχο και θέλουν να τον επιβάλλουν ως αντικειμενικό και μοναδικό, ως ιστορική αναγκαιότητα. Ιδού μία από τις καταγωγικές αδυναμίες της Αριστεράς: τα αξιώματα, τα δόγματα, τα δεδομένα χωρίς αναζήτηση και προβληματισμό, χωρίς επιχειρήματα, πειστικές αναλύσεις και στοχαστικές προσαρμογές. Έτσι όμως Αριστερά οδηγείται σε θεωρητική οκνηρία και πνευματικό εφησυχασμό, τα οποία νομίζει ότι αναπληρώνει με τη σοσιαλιστική ή την αντικαπιταλιστική συνθηματολογία, με το λαϊκισμό, την άκριτη υιοθέτηση οποιουδήποτε αιτήματος οποιασδήποτε κοινωνικής ομάδας και τον αντικυβερνητικό ακτιβισμό. Το «Μνημόνιο» ή το σεσηπός πολιτικό καθεστώς δεν θα καταρρεύσουν με πορείες, συνθήματα, πλακάτ και εκτονωτικούς περιπάτους στους δρόμους της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Κατά συνέπεια οι πρωτοβουλίες που διέπονται από αυτή τη λογική οδηγούνται σε αδιέξοδο, δεν έχουν δυναμική και προοπτικές, δεν βλέπουν στο μέλλον, αλλά στο παρελθόν. (Συζήτηση για τα ζητήματα αυτά υπάρχει επίσης στο Γ. Ν. Οικονόμου, Από την κρίση του κοινοβουλευτισμού στη δημοκρατία, εκδ. Παπαζήση, 2009).
III

Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά δεν σημαίνουν τίποτε άλλο παρά την άγνοια και την απεμπόληση εκ μέρους της Αριστεράς κάθε τι δημοκρατικού, την ολοσχερή απουσία της δημοκρατίας από τους χώρους της. Η Αριστερά στο σύνολό της έχει διαταραγμένη σχέση με τη δημοκρατία. Εδώ βρίσκεται η εστία της αποτυχίας της και της κρίσης, που εκδηλώνονται με την εκκωφαντική απουσία μίας νέας φυσιογνωμίας, ενός νέου στόχου και προγράμματος, και κυρίως μιας άλλης νοοτροπίας και αντιλήψεως. Φαίνεται ότι είναι αδύνατο για την Αριστερά να συνάψει σχέσεις με τη δημοκρατία, διότι δεν την διδάχθηκε ποτέ, δεν την γνωρίζει και ούτε εκδηλώνει διάθεση να την γνωρίσει.
Με τον όρο δημοκρατία δεν εννοώ το σημερινό αντιπροσωπευτικό πολίτευμα των δυτικών χωρών που ονομάζεται «αντιπροσωπευτική ή κοινοβουλευτική δημοκρατία», το οποίο και η ίδια η Αριστερά αποκαλεί με τους ίδιους όρους ή με τον όρο «αστική δημοκρατία». Όμως το κοινοβουλευτικό πολίτευμα δεν έχει καμία σχέση με τη δημοκρατία, είναι καθαρή ολιγαρχία. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης το αποκάλεσε φιλελεύθερη ολιγαρχία. Πράγματι, οι ολίγοι των κομμάτων λαμβάνουν τις αποφάσεις, θεσπίζουν τους νόμους και ασκούν κάθε είδος ρητής εξουσίας χωρίς κανένα έλεγχο. Επί πλέον η πολιτική ολιγαρχία αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα των ολίγων οικονομικώς ισχυρών, όπως έδειξε η πρόσφατη οικονομική κρίση - και όχι των πολλών, όπως συνήθως διακηρύσσεται. Οι πολλοί δεν συμμετείχαν ποτέ και ούτε συμμετέχουν σε καμία απόφαση και σε καμία εξουσία. απλώς ψηφίζουν κάθε τέσσερα έτη το κόμμα το οποίο αποφασίζει και νομοθετεί ερήμην τους, ενώ αυτοί υπακούουν και εκτελούν.
Με τον όρο δημοκρατία, εννοώ την άμεση δημοκρατία, το πολίτευμα που αναδύθηκε στην Αθήνα στο τέλος του 6ου π.Χ. αιώνα και εξελίχθηκε κατά τον 5ο και 4ο αιώνα. Τα βασικά χαρακτηριστικά του ήταν η άμεση συμμετοχή όλων των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων, στη θέσπιση των νόμων, στη δικαστική εξουσία και στον ουσιαστικό και ενδελεχή έλεγχο κάθε εξουσίας. Όλοι οι πολίτες ασκούσαν την εξουσία υπό όλες τις μορφές της (εκτελεστική, νομοθετική, δικαστική) άμεσα, αυτοπροσώπως, χωρίς δηλαδή αντιπροσώπους και κόμματα. Είναι το μόνο πολίτευμα στο οποίο υπήρξε πραγματική κυριαρχία των πολιτών, και δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ονομάζεται καταχρηστικώς «λαϊκή κυριαρχία» στα σημερινά πολιτεύματα. Το δημοκρατικό πολίτευμα δεν είναι μόνο θεσμοί, διαδικασίες και νόμοι. προϋποθέτει δημοκρατική κοινωνία και δημοκρατικά άτομα. Χρειάζεται ο τύπος του πολιτικού ανθρώπου που ασχολείται με πάθος και εγρήγορση με τα κοινά, με τις κοινές υποθέσεις και δεν τις αναθέτει σε «αντιπροσώπους», κόμματα και ιδεολογίες. (Για περισσότερα βλ. σχετικά έργα του Κ. Καστοριάδη και Γ. Ν. Οικονόμου, Η άμεση δημοκρατία και η κριτική του Αριστοτέλη, εκδ. Παπαζήση, 2007).
Φυσικά δεν πιστεύω ότι το πολίτευμα αυτό πρέπει να χρησιμεύσει ως μοντέλο για εφαρμογή στις σημερινές συνθήκες, αλλά νομίζω ότι οι ιδέες, οι αντιλήψεις και οι πρακτικές του μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν αφετηρία για στοχασμό και πράξη. Μετά την αποτυχία όλων των άλλων πρακτικών είναι η μόνη λύση. Εάν ένα μελλοντικό κίνημα αλλαγής δεν έχει ως μέσον και ως στόχο την άμεση συμμετοχή όλων των ανθρώπων, την αυτοκυβέρνηση, την αυτονομία, είναι εξ ορισμού αποτυχημένο. Γι’ αυτόν τον λόγο απέτυχαν οικτρώς τα σοσιαλιστικά και τα κομμουνιστικά καθεστώτα, γι’ αυτόν τον λόγο απέτυχε κάθε είδους Αριστερά: το κόμμα και η γραφειοκρατία είναι εχθροί της δημοκρατίας.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλες σχεδόν οι γνήσιες εξεγέρσεις και επαναστάσεις που έγιναν στην Ιστορία κατά της καθεστηκυίας τάξεως στηρίχθηκαν στην άμεση συμμετοχή των ανθρώπων, στον αυτοκαθορισμό και την αυτοοργάνωσή τους: συνελεύσεις πολιτών στην αμερικανική επανάσταση του 1776, sections de Paris στην γαλλική επανάσταση του 1789, η κομμούνα του 1871 στο Παρίσι, τα σοβιέτ του 1905 και 1917 στη Ρωσία - πριν τα εξουδετερώσουν οι μπολσεβίκοι και ο Λένιν -, η ουγγρική εξέγερση το 1956, τα κινήματα αμφισβήτησης σε όλο τον κόσμο της δεκαετίας του ’60 και κυρίως ο Μάης του ’68 στη Γαλλία, το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα της περιόδου 1972-73 με κορύφωση την εξέγερση και την κατάληψη του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο 1973 στην Αθήνα. Το γεγονός ότι εκεί όπου ορισμένες από αυτές τις εξεγέρσεις επεκράτησαν και δεν ευοδώθηκαν, οφείλεται και στο ότι επενέβησαν κόμματα και ομάδες που κατάφεραν να σφετερισθούν την εξουσία των πολλών, να ποδηγετήσουν τη βούλησή τους και να επιβάλουν, με βία και τρομοκρατία, την κομματική γραφειοκρατία και δικτατορία, την οποία ονόμασαν σοσιαλισμό, κομμουνισμό ή λαϊκή δημοκρατία.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης, όπως και αρκετοί άλλοι, άσκησε δριμεία κριτική στα καθεστώτα αυτά, στην ιδεολογία τους, τον λενινισμό, αλλά και τον μαρξισμό. Έδειξε ήδη από τη δεκαετία του ’50 το άτοπο του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Αποτελεί συνεπώς ένδειξη συγχύσεως και αποπροσανατολισμού το γεγονός ότι τα περισσότερα κόμματα και οργανώσεις (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΝ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ποικίλες αριστερές εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις) δηλώνουν υπέρμαχοι του σοσιαλισμού και, οι περισσότεροι, του κοινοβουλευτισμού, δηλαδή καθεστώτων εχθρικών προς την (άμεση) δημοκρατία, ενώ ουδείς κάνει λόγο γι’ αυτήν. Παρουσιάζεται δηλαδή το παράδοξο γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων, εκτός της ΝΔ και του ΛΑΟΣ, να είναι υπέρ του «σοσιαλισμού», αλλά ο «σοσιαλισμός» να μην προσεγγίζεται ούτε σπιθαμή. Αυτή η κατάσταση ενώ θα έπρεπε να είναι αιτία προβληματισμού, εν τούτοις ουδόλως απασχολεί τα στελέχη και τους διανοουμένους της Αριστεράς.
Το διακύβευμα λοιπόν του μέλλοντος δεν είναι ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός, αλλά η άμεση συμμετοχή των ανθρώπων στη λήψη των αποφάσεων, στη θέσπιση των νόμων, στον ουσιαστικό και ενδελεχή έλεγχο κάθε ρητής εξουσίας. Χωρίς αλλαγή πλεύσεως και ενσωμάτωση της (άμεσης) δημοκρατίας στα αιτήματα, στους στόχους, στην όλη οργάνωση και αντίληψη, οποιοδήποτε κίνημα είναι καταδικασμένο στην αποτυχία. Για να επιτευχθεί όμως η αλλαγή αυτή πρέπει να γίνει απεγκλωβισμός, απεξάρτηση και ανεξαρτησία από κάθε είδους Αριστερά, η οποία, δέσμια ξεθυμασμένων ιδεολογημάτων και πρακτικών, είναι μοιραίο να επαναλαμβάνει φαύλους κύκλους και σισύφειες προσπάθειες, να εγκλωβίζεται σε ομφαλοσκοπήσεις και εσωστρέφειες, να εξαντλείται σε προσωπικά συμφέροντα, κομματικά και βουλευτικά οφίτσια, σε ανελέητες «σφαγές» για την εξουσία - όπως γίνεται δηλαδή εδώ και ένα αιώνα. Οι αδυναμίες αυτές, και άλλες πολλές, αποτελούν άλλωστε και μία από τις αιτίες που ο κόσμος, παρά την πρωτοφανή σημερινή γενική κρίση, δεν την ακολουθεί. Ακόμη μία φορά η Αριστερά αποδεικνύεται εντελώς γυμνή και ανίκανη να εμπνεύσει, όχι μόνο όραμα, αλλά και κάποια σημαντική απάντηση στην μεγάλη οπισθοδρόμηση που διέρχεται η κοινωνία. Σε τελική ανάλυση η γενικευμένη κρίση που μαστίζει τον κόσμο, και όλως ιδιαιτέρως την Ελλάδα, αναδεικνύει και την οργανωτική, θεωρητική, πολιτική - δηλαδή την υπαρξιακή - κρίση και ένδεια της Αριστεράς.
Αυτό όμως σημαίνει το τέλος της Αριστεράς, όλων των τάσεων και ρευμάτων - το τέλος μιας αντίληψης για την πολιτική και την κοινωνική αλλαγή που εκ των πραγμάτων είναι αναποτελεσματική και αντιδημοκρατική. Ακόμη και ο ίδιος όρος «Αριστερά» είναι παρωχημένος, προβληματικός, και επί πλέον ανασχετικός παράγοντας στο δρόμο προς αναζήτηση μιας άλλης δημιουργικής αντίληψης. Οι σημερινές συνθήκες χρειάζονται άλλη νοοτροπία, απαιτούν άλλο τρόπο ύπαρξης, σκέψης και δράσης, άλλες ιδέες και πρακτικές, που θα εμπνέονται και θα εκκινούν από την αυτοδιεύθυνση και τον αυτοπροσδιορισμό, θα προσανατολίζονται και θα καταλήγουν στην αυτοσυγκρότηση και την αυτοοργάνωση, θα έχουν ως μέσο και ως σκοπό την αυτοκυβέρνηση, την (άμεση) δημοκρατία. Αυτόν τον προσανατολισμό δεν μπορεί να τον προσφέρει η παραδοσιακή Αριστερά λόγω της φύσεώς της και της ιστορίας της, λόγω της αντιθέσεώς της προς τον αντιγραφειοκρατικό και άμεσο χαρακτήρα της δημοκρατίας, λόγω του ότι βρίσκεται σε αγεφύρωτη αντίθεση με την αυτοκυβέρνηση των ανθρώπων. Ο δημοκρατικός δρόμος διέρχεται λοιπόν έξω από τους χώρους της Αριστεράς και εναντίον της, την αμφισβητεί στα βασικά ιδεολογικά, πολιτικά και οικονομικά συμφέροντά της, την καθιστά άχρηστη και περιττή. Ως εκ τούτου το δημοκρατικό κίνημα θα την βρει απέναντί του, και ιδίως την σταλινική, η οποία, όπως κάθε εξουσία, δεν θα εγκαταλείψει αμαχητί.

Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010

Δύο βιβλία για τον φιλόσοφο Κορνήλιο Καστοριάδη

[Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Πολίτες», τχ. 16, Ιούλιος 2010]


Δύο βιβλία συμβολή στη συζήτηση
για την πολιτική φιλοσοφία του
Κορνήλιου Καστοριάδη και την αυτονομία

ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΚΟΡΝΗΛΙΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗ
ΣΤΟΧΑΣΤΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΣ
Επιμέλεια
Α. Αποστολόπουλος & Γ.Ν. Οικονόμου
Εκδ. Σύγχρονη Δελφική Αμφικτυονία, Αθήνα, 2010.

Το βιβλίο αυτό περιέχει τις δεκαοκτώ εισηγήσεις του Συνεδρίου που έγινε στην Αθήνα, στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, τον Νοέμβριο του 2007. Το Συνέδριο αυτό, αφιέρωμα στην πολιτική φιλοσοφία του Κορνήλιου Καστοριάδη, οργανώθηκε από τον Α. Αποστολόπουλο και τον Γ. Ν. Οικονόμου, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι και για τη συγκέντρωση αυτών των εισηγήσεων στο ανωτέρω βιβλίο. Οι συγγραφείς των 18 εισηγήσεων είναι: Α. Αποστολόπουλος, Θ. Βελισσάρης, Γ. Δαρεμάς, Α. Δεληγιώργη, Α. Θεοδωρίδης, Φ. Θεοδωρίδης, Α. Κιουπκιολής, Μ. Μητροσύλη, Α. Μουζακίτης, Γ. Ν. Οικονόμου, Κ. Ράντης, Σ. Ροζάνης, Ε. Ρούμκου, Ν. Τζ. Σέργης, Ν. Σταμάτης, Θ. Τάσης, Δ. Τσακίρη, Γ. Χαριτόπουλος.
Ο Κ. Καστοριάδης είναι από τους σημαντικώτερους φιλοσόφους του 20ου αιώνα και η πολιτική του φιλοσοφία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη και πηγή γόνιμου στοχασμού. Ειδικά σήμερα σε περίοδο παγκόσμιας κρίσης οι αναλύσεις του για το σύστημα του φιλελεύθερου και νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού καθώς και για το αντίστοιχο πολιτικό σύστημα μέσα από το οποίο εκφράζεται ο καπιταλισμός, δηλαδή το αντιπροσωπευτικό σύστημα, βρίσκουν τη δικαίωσή τους. Σήμερα σε καιρούς κρίσης διαπιστώνουμε ότι το σύστημα αυτό αντιπροσωπεύει όχι τα συμφέροντα των πολλών, των κατωτέρων στρωμάτων ή το γενικό συμφέρον, όπως συνήθως λέγεται, αλλά τα συμφέροντα των ολίγων ισχυρών, των τραπεζών, των επιχειρήσεων και των ανωτέρων στρωμάτων.
Η διαπίστωση αυτή είναι εμφανής ειδικώτερα στην Ελλάδα σε περίοδο κοσμοϊστορικών κοινωνικών και οικονομικών ανατροπών εις βάρος των κατωτέρων στρωμάτων, μισθωτών, συνταξιούχων, νέων και ανέργων υπό την καθοδήγηση του ΔΝΤ, της ΕΚΤ και της ΕΕ.. Ενώ από την άλλα πλευρά οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις δεν πληρώνουν τίποτε, αντιθέτως επωφελούνται από την κερδοσκοπία, από τα δάνεια και τους καινούριους νόμους που ψηφίζονται από το κοινοβούλιο.
Είναι λοιπόν απαραίτητος ο στοχασμός και η ανάλυση για την κατανόηση της παρούσας κατάστασης και βεβαίως για την πολιτική πράξη. Δεν υπάρχει καλύτερος οδηγός προς τούτο από τις αναλύσεις του Κορνήλιου Καστοριάδη. Το βιβλίο αυτό με τις δεκαοκτώ εισηγήσεις έρχεται σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία να συμβάλει στη συζήτηση για την πολιτική θεωρία και να αναδείξει ή να συνεχίσει τις αναλύσεις του πρωτοποριακού στοχαστή για την αυτονομία, ατομική και συλλογική. Έκαστο από τα κείμενα του βιβλίου προσεγγίζει μία διαφορετική πτυχή της φιλοσοφίας του Κ. Καστοριάδη, την επεκτείνει ή την αναπροσδιορίζει με τις δικές του κριτικές προσλαμβάνουσες. Συμβάλλει έτσι στην περαιτέρω κατανόηση σημείων που αποτελούν βάση για κάθε φιλοσοφική και πολιτική συζήτηση.


ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΙΒΛΙΟ

ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΡΝΗΛΙΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗ
Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΡΙΣΗ
επιμέλεια
Γιώργος Ν. Οικονόμου 

Τα κείμενα του τόμου αυτού επιχειρούν να προσεγγίσουν τη σκέψη του Κ. Καστοριάδη σε σχέση με τη σημερινή πολιτική και κοινωνική κατάσταση, να αναλύσουν την τόσο παρεξηγημένη και διαστρεβλωμένη - από τη γένεσή της στην αρχαία Ελλάδα έως τη σημερινή εποχή - έννοια της δημοκρατίας, να προσδιορίσουν την συμβολή του φιλοσόφου στην ανάδειξη της δημοκρατίας ως βασικού στοιχείου του προτάγματος της αυτονομίας, να συγκρίνουν επίσης τις ιδέες του με αυτές άλλων στοχαστών που εμφορούνται από την ιδέα της πολιτικής αλλαγής, να επισημάνουν σημεία προσεγγίσεως και αποκλίσεως, να αναδείξουν εν ολίγοις τη σημασία ενός σημαντικού έργου για τη δύσκολη κατάσταση που διέρχονται οι σύγχρονες κοινωνίες. 
Οι συγγραφείς των κειμένων:
Γ. Αλατζόγλου-Θέμελη, Γ. Δαρεμάς, Α. Κιουπκιολής, Ν. Κυριαζής, Α. Μουζακίτης,
Γ. Ν. Οικονόμου, Θ. Πολλάτος, Σ. Ροζάνης, Β. Ρωμανός, Θ. Τάσης, Δ. Τσακίρη. 

ΑΝΙΚΑΝΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

[Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Πολίτες", αρ. 15, Ιούνιος 2010]

Γιώργος Ν. Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας

ΑΝΙΚΑΝΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Η νεοελληνική κοινωνία βαδίζει ολοταχώς προς την φθορά χωρίς αντίσταση και διεκδίκηση θεσμικών πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών. Έχει αφεθεί και εναποθέσει τις ελπίδες της στην ανίκανη κυβέρνηση του Γ. Α. Παπανδρέου. Ο τελευταίος είναι χαρακτηριστικό δείγμα ανικανότητας και παλαιοκομματισμού, που χαρακτηρίζουν ανέκαθεν τον νεοελληνικό πολιτικό βίο. Μερικά παραδείγματα αρκούν για να τεκμηριώσουν τον ισχυρισμό αυτό. Όπως είναι γνωστό στην προεκλογική εκστρατεία του ο Γ. Α. Π. υποσχόταν ότι θα κάνει την Ελλάδα Δανία της Ν. Ευρώπης με την διαπίστωση ότι «Υπάρχουν λεφτά». Δύο τινά συνέβαιναν: είτε ήξερε την αληθή δεινή κατάσταση της οικονομίας και υποσχόταν ψευδή πράγματα με σκοπό να κερδίσει τις εκλογές, οπότε είναι απατεώνας, είτε δεν ήξερε την πραγματική κατάσταση οπότε είναι ανίκανος. Και στις δύο περιπτώσεις είναι επικίνδυνος.
Η πιο πιθανή πάντως περίπτωση είναι η πρώτη, διότι είναι γνωστό ότι πολλοί παράγοντες ήταν ενήμεροι της δεινής κατάστασης της οικονομίας. Πόσω μάλλον ένα ανώτερο πολιτικό στέλεχος από κόμμα εξουσίας και υπουργός επί σειρά ετών. Θα ήξερε λοιπόν ότι από το 1998 το ΔΝΤ εγκαλούσε την Ελλάδα ότι έδινε ψευδή οικονομικά στοιχεία και προειδοποιούσε για τις επιπτώσεις που θα είχε αυτό στο οικονομικό μέλλον της χώρας. Θα ήξερε επίσης ότι η τότε κυβέρνηση του Κ. Σημίτη όχι μόνο αδιαφόρησε αλλά το 2001 κατέφυγε στην περιβόητη Goldman Sachs για να αποκρύψει την αλήθεια, να καταφέρει να δανεισθεί και να εισέλθει στην ΟΝΕ.
Οι αβελτηρίες του Γ. Α. Π. συνεχίζονται σταθερά από τότε που ανήλθε στην εξουσία. Kατ’ αρχάς όταν ανήγγειλε στις διεθνείς αγορές ότι η Ελλάς βουλιάζει και την παρομοίασε με τον «Τιτανικό», έδινε το εναρκτήριο λάκτισμα για την ασύστολη κερδοσκοπία. Οι κερδοσκόποι είναι σαν τα κοράκια, καιροφυλακτούν και όταν μυρισθούν πτώμα επιτίθενται. Αυτό το ξέρει και ο δευτεροετής φοιτητής των οικονομικών σχολών. Στο πλαίσιο αυτό οι πολιτικές ηγεσίες δεν εκλέγονται για να κάνουν διαπιστώσεις, όπως κάνουν οι εμπειρογνώμονες, οι αναλυτές, οι κοινωνιολόγοι, οι οικονομολόγοι, αλλά να πράττουν έτσι ώστε να αποφεύγονται οι οδυνηρές εκπλήξεις και η σπέκουλα των διεθνών αγορών. Ο Γ. Α. Π. περιορίσθηκε στο ρόλο του ουδέτερου καταγραφέα του επικειμένου ναυαγίου, δηλαδή επέδειξε πολιτική ανωριμότητα.
Όταν επίσης τα σπρεντ είχαν ανέβει πάρα πολύ μία λύση ήταν να προτείνει ο Γ.Α.Π στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να αγοράσει τα κρατικά ομόλογα απ’ ευθείας από την Ελλάδα, όπως κάνουν όλες οι κεντρικές τράπεζες του κόσμου στο εσωτερικό των χωρών τους. Τη λύση αυτή ο Γ.Α.Π. τη θεώρησε «αδύνατη». Τον Μάιο του 2010 όμως οι Ευρωπαίοι αρχηγοί υποχρεώθηκαν να δώσουν εντολή στην ΕΚΤ να πραγματοποιήσει αυτό που ο Γ. Α. Π. θεωρούσε «αδύνατο» πριν από δύο μήνες. Πάλι δηλαδή απεδείχθη ανίκανος.
Υπήρχε επίσης και μία άλλη λύση στις κρίσιμες ημέρες: να εκδόσει «λαϊκά ομόλογα». Ο Γ. Α. Π. αρνήθηκε να το πράξει με το αιτιολογικό ότι θα κατέρρεε δήθεν το τραπεζικό σύστημα! Όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση δύο μήνες μετά συστήνει στις χώρες της Ευρωζώνης να εκδίδουν κρατικά ομόλογα που απευθύνονται σε όλους τους καταθέτες. Ο Γ.Α. Π απεδείχθη πάλι πολιτικώς ανεπαρκής.
Ακόμη, μετά την ακυβερνησία πολλών μηνών και τη στροφή του με την αναγγελία των επαχθών μέτρων στις 3 Μαρτίου, το οικονομικό επιτελείο επανελάμβανε σε όλους του τόνους ότι το ΔΝΤ δεν θα ζητήσει νέα μέτρα εάν προσφύγουν σε αυτό. Φυσικά ο Γ.Α.Π. πάλι έπεσε έξω ή έλεγε ψέμματα, διότι αναγκάσθηκε δύο μήνες αργότερα να υιοθετήσει τις ληστρικές για τα κατώτερα στρώματα προτάσεις του ΔΝΤ. Επομένως ο Γ. Α. Π. απεδείχθη ανίκανος ή απατεώνας.
Με αυτά και άλλα ακόμη αναγκάσθηκε ο Γ. Α. Π. να καταφύγει στο ΔΝΤ, λαμβάνοντας και άλλα επαχθή μέτρα για τους αδυνάτους. Mεταξύ αυτών η περικοπή της 13ης και 14ης σύνταξης, που αντιστοιχούν σε 350 εκατ. ευρώ. Και όμως τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να βρεθούν εάν ο Γ. Α. Π. καταργούσε άλλες περιττές κρατικές δαπάνες. Όπως π.χ. την παράλογη μισθοδοσία των ιερέων και των επισκόπων με τα χρήματα των φορολογουμένων, που ανέρχεται σε 350 εκατ. ευρώ ετησίως. Σημειωτέον ότι η μισθοδοσία αυτή θεσμοθετήθηκε από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου.
Η κατάσταση αυτή είναι απαράδεκτη διότι ως γνωστόν το δημόσιο ταμείο πρέπει να μισθοδοτεί τον απαραίτητο αριθμό υπαλλήλων που προσφέρουν υπηρεσίες στο σύνολο. Όμως οι ιερείς και οι επίσκοποι δεν προσφέρουν τέτοιες υπηρεσίες. Ασχολούνται με τελετές, κηρύγματα και ηθικολογίες, που αφορούν τους πιστούς ενός θρησκευτικού δόγματος και όχι τους πολίτες. Είναι απαράδεκτο και άδικο οι φορολογούμενοι και χειμαζόμενοι νεοέλληνες να επωμίζονται και αυτό το βάρος, όπως τόσα άλλα που πρέπει να καταργηθούν. Οι ιερείς και οι επίσκοποι πρέπει να μισθοδοτούνται από την τεράστια αφορολόγητη εκκλησιαστική περιουσία. Αυτό θα σήμαινε χωρισμό εκκλησίας και κράτους. Ομως και αυτό το μέτρο, όπως και άλλα πολλά, ούτε το διανοείται ο Γ. Α. Π. διατηρώντας την εκκλησία κράτος εν κράτει και τους εργαζομένους σε πλήρη αδυναμία. Δηλαδή αποδεικνύεται πάλι ανίκανος και επικίνδυνος, όπως ακριβώς οι προκάτοχοί του.

Τρίτη 15 Ιουνίου 2010

Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

[Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Πολίτες, αρ. 14, Μάιος 2010]

Γιώργος Ν. Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας

Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Στις δύσκολες συνθήκες που διέρχεται η ελληνική κοινωνία μετά και τα επαχθή μέτρα του ΔΝΤ χρειάζεται να βρεθεί ένας διαφορετικός δρόμος πορείας, αφού εκ των πραγμάτων το μοντέλο διακυβέρνησης που επιβλήθηκε επί τριάντα πέντε έτη έχει αποτύχει παταγωδώς. Ένας δρόμος προσανατολισμού είναι να κατανοηθεί στην ουσία της η κρίση, παγκόσμια και ελληνική. Η κρίση αυτή ονομάζεται και βεβαίως είναι οικονομική, αλλά κατά τη γνώμη μου ουσιαστικώς είναι πολιτική. Πολιτική, με την έννοια ότι οι πολιτικές εξουσίες είναι oι κύριες υπεύθυνες για την τεράστια έλλειψη ελέγχου στους οικονομικούς παράγοντες: τράπεζες, golden boys, διακίνηση κεφαλαίων, «ελεύθερη» αγορά, βιομηχανίες, επιχειρήσεις, ΜΜΕ, χρηματιστήρια, πολύπλοκα τραπεζικά προϊόντα τα οποία ούτε οι ίδιοι οι οικονομολόγοι μπορούν να κατανοήσουν και να ελέγξουν. Αποδείχθηκε εμπράκτως ότι οι πολιτικές εξουσίες είναι υπάκουες στις επιταγές της οικονομίας και των αγορών, οι οποίες με την παγκοσμιοποίηση από την δεκαετία του ’80 είναι κυρίαρχες και ανεξέλεγκτες. Υπάρχει δηλαδή απόλυτη κυριαρχία των αγορών, απόλυτη ανεξαρτησία της οικονομίας, όχι απλώς επειδή οι πολιτικές εξουσίες αδυνατούν να τις ελέγξουν αλλά επειδή και οι ίδιες είναι συνεργοί.
Αυτή η κατάσταση κατέστη δυνατή ακριβώς διότι οι πολιτικές εξουσίες δεν ελέγχονται από κανέναν, κυρίως από τον υποτιθέμενο «φυσικό» ελεγκτή τους, την κοινωνία, τους ανθρώπους, τους ψηφοφόρους τους. Ούτε οι οικονομικές εξουσίες ούτε οι πολιτικές δίνουν λόγο και λογαριασμό για τις πράξεις τους. Δεν λογοδοτούν ούτε απολογούνται σε κανέναν, σε κανένα δικαστήριο, σε καμία βουλή ή συνέλευση. Η συμμετοχή των ανθρώπων ανύπαρκτη, η απουσία της πολιτικής εκκωφαντική.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση είναι λοιπόν αποτέλεσμα της απουσίας ελέγχου των κυβερνήσεων επί των αγορών, επί της οικονομίας. Συνεπώς δεν κυριαρχούν τα «εκλεγμένα» όργανα αλλά οι μη εκλεγμένες οικονομικές εξουσίες. Φυσικά μέσα στο πλαίσιο αυτό ο εκλογικός αγώνας των κομμάτων για την εξουσία δεν είναι για κάτι ουσιαστικό, για έλεγχο των αγορών, για το κοινό συμφέρον, αλλά για την καλύτερη συνεργασία με τις οικονομικές εξουσίες προς όφελος των κομμάτων, των μελών τους και των ισχυρών χρηματοδοτών τους. Συνεπώς καταρρέει ο μύθος των εκλεγμένων ηγεσιών και των κοινοβουλίων, που υποτίθεται κυβερνούν για το κοινό συμφέρον, για το συμφέρον του λαού και άλλα ηχηρά παρόμοια.
Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει σήμερα διεθνώς όχι μόνο ένα τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας και αντιπροσώπευσης αλλά και έλλειμμα νομιμοποίησης για τα αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα. Ως γνωστόν η νομιμοποίηση αυτή στηρίζεται στην καθολική ψηφοφορία, στην «ελεύθερη» εκλογική αναμέτρηση των κομμάτων και την ανάθεση εντολής στο πλειοψηφήσαν κόμμα ή σε συνδυασμό κομμάτων, για την διακυβέρνηση των χωρών.
Το έλλειμμα νομιμοποίησης φαίνεται και στην οργανωτική δομή της Ευρωπαϊκής Ενωσης: όλα τα ανώτερα όργανα που ασκούν εξουσία (Επιτροπή, Πρόεδρος, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, Ελεγκτικό Συμβούλιο) είναι μη εκλεγμένα. Το μόνο όργανο που εκλέγεται, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δεν έχει ουσιαστικές εξουσίες, αλλά γνωμοδοτικές. Το έλλειμμα αυτό επέκρινε και το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας (Καρλσρούη), για τους δικούς του λόγους ασφαλώς, το 2009 με την ευκαιρία τη Συνθήκη της Λισαβώνας. Επισήμανε δε ότι η έσχατη πηγή νομιμοποίησης είναι το γερμανικό κοινοβούλιο. Το ερώτημα όμως που τίθεται είναι: ποιος είναι υπεύθυνος για το έλλειμμα αυτό; Δεν είναι τα μεγάλα και ισχυρά οικονομικώς κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρα και η Γερμανία; Αυτά δεν δίνουν τις κατευθυντήριες γραμμές, πλαίσια, θεσμούς, προσανατολισμούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Επομένως πρόκειται είτε για μεγάλη αντίφαση είτε για μεγάλη κοροϊδία εκ μέρους του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου.
Η ανικανότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης φαίνεται και στο γεγονός ότι δεν είναι σε θέση να ελέγξει την πορεία των κρατών μελών για τήρηση των όρων της ιδρυτικής της συνθήκης, με σκοπό την αποσόβηση κρίσεων και αποσταθεροποιήσεων. Αυτό έδειξε η αδυναμία της στην περίπτωση της Ελλάδας να ενημερωθεί, να διαπιστώσει τo αληθές τεράστιo δημοσιονομικό έλλειμμα και να ελέγξει το υπέρογκο χρέος. Επίσης η Ευρωπαϊκή Ενωση έδειξε την ανικανότητά της ή την απροθυμία της να αντιμετωπίσει τις αγορές και τα παιγνίδια των κερδοσκόπων για να βοηθήσει το κράτος μέλος και το άφησε επί μήνες στο έλεος των αγορών και των κερδοσκόπων, δηλαδή των τραπεζών. Προς τι λοιπόν όλη η ιδεολογία για την ευρωπαϊκή ενοποίηση και την «ευρωπαϊκή οικογένεια»; Η απάντηση είναι: για τα οικονομικά συμφέροντα της Γερμανίας και των άλλων ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών, των τραπεζών, του μεγάλου κεφαλαίου.
Οι επιπτώσεις της κρίσεως είναι πλέον επώδυνες και επαχθείς εν Ελλάδι, ιδίως για τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Για την κατάσταση χρεοκοπίας ευθύνεται το ανίκανο και διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, τα ανίκανα και διεφθαρμένα κόμματα, ο υπερτροφικός κρατικοδίαιτος γραφειοκρατικός μηχανισμός, ο ανάλγητος πολιτικός κόσμος, η κυνική οικονομική άρχουσα τάξη. Οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ επί τριάντα έξι έτη έκαναν τα πάντα για να οδηγήσουν τη χώρα στην καταστροφή. Έκλεψαν, λήστεψαν, λεηλάτησαν τα δημόσια ταμεία, τα χρήματα των φορολογουμένων, βύθισαν τη χώρα με την υπερχρέωση και υποθήκευσαν το μέλλον των νέων γενεών.
Η κατάσταση αυτή έγινε δυνατή λόγω του πολιτικού ελλείμματος, του ελλείμματος δημοκρατίας, που οφείλεται στην απουσία των ανθρώπων, στη μη συμμετοχή τους στα πολιτικά δρώμενα, στην απουσία ελέγχου επί των πολιτικών και των οικονομικών εξουσιών. Το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι; Ενώ οι καπιταλιστές, οι τραπεζίτες, οι χρηματιστές, τα golden boys, τα κόμματα, οι πολιτικοί, οι γραφειοκράτες κάνουν τη δουλειά τους, εμείς τι κάνουμε; Τα μεγάλα πλήθη των ανθρώπων τι κάνουν; Έχουν αφήσει τους πολιτικούς και τα κόμματα να χειρίζονται εν λευκώ τα μεγάλα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά ζητήματα. Τις τελευταίες δεκαετίες απουσιάζει απελπιστικά το λεγόμενο λαϊκό κίνημα. Από τότε που αυτό εξέλιπε, οι κατακτήσεις και οι ελευθερίες υποχωρούν.
Το ζωτικό ζήτημα που τίθεται λοιπόν είναι: Τι να κάνουμε; Από συντηρητικές, θεολογικές και επιχειρηματικές πλευρές προτείνονται κυβερνήσεις «εθνικής σωτηρίας» από προσωπικότητες του επιχειρηματικού (ή του πνευματικού και πολιτικού) κόσμου. Οι λύσεις αυτές είναι αντιδημοκρατικές και αυταρχικές, οδηγούν σε φαλκίδευση των ελαχίστων δικαιωμάτων που έχουν απομείνει και σε περαιτέρω συρρίκνωση των εισοδημάτων των μεσαίων και κατωτέρων στρωμάτων. Το επιχείρημα εναντίον αυτής της λύσεως είναι απλό: οι επιχειρηματίες ως γνωστόν ενδιαφέρονται πρωτίστως και κυρίως για το δικό τους συμφέρον και όχι για το συμφέρον των εργαζομένων. Πώς ξαφνικά θα εκφράσουν το γενικό συμφέρον; Δια επιφοιτήσεως του εθνικού πνεύματος; Και γιατί μέχρι τώρα δεν συνέβαλαν στη σωτηρία αφού βρίσκονται πάντα σε αγαστή συνεργασία με τις πολιτικές κυβερνήσεις; Διότι είναι αλήθεια ότι η οικονομική εξουσία είναι ipso facto πολιτική εξουσία.
Προτείνονται επίσης από διάφορους αριστερούς οικονομικές λύσεις, όπως στάση πληρωμών, έξοδο από την ευρωζώνη, κρατικοποίηση των τραπεζών κ.λπ. Το μεγάλο ζήτημα είναι ποιος θα χειρισθεί τις «λύσεις» αυτές. Το υπάρχον χρεοκοπημένο, ανίκανο και διεφθαρμένο σύστημα; Στην περίπτωση αυτή είναι σίγουρη η αποτυχία και η επιδείνωση των προβλημάτων και των μεγεθών: αύξηση και συντήρηση του τεραστίου κρατικοδίαιτου μηχανισμού, αύξηση της αναξιοπιστίας διεθνώς, αύξηση των σπρεντ, των ελλειμμάτων.
Συνεπώς ενώπιον αυτού του αδιεξόδου οι λύσεις δεν μπορεί παρά να είναι πολιτικές. Οι οικονομικές λύσεις αποκομμένες από το πλαίσιο που τις δημιουργεί είναι τυφλές, διότι αναπαράγουν από μια άλλη πλευρά την προτεραιότητα της οικονομίας. Η προτεραιότητα αυτή έχει οδηγήσει στη σημερινή αδιέξοδη κατάσταση. Πρέπει η πολιτική να επανέλθει στο προσκήνιο, να αποκτήσει προτεραιότητα. Πολιτική όχι με την έννοια των εκλογών και των κομμάτων, αλλά με την ουσιαστική έννοια: συμμετοχή των ανθρώπων βασισμένη στην αυτοοργάνωση και τον αυτοκαθορισμό, κριτική του πολιτικού συστήματος, αμφισβήτηση των χρεοκοπημένων εξουσιών, ουσιαστικός και ενδελεχής έλεγχος.
Αυτό απαιτεί αυτοεμπιστοσύνη και αυτοεκτίμηση των ανθρώπων. Απαιτεί άμεση κινητοποίησή τους με ενημέρωση, συζητήσεις και δράσεις εκτός των κομμάτων και των επισήμων θεσμών. Οι τοπικές και οι ευρύτερες συνελεύσεις πρέπει να αναλάβουν τον ρόλο που έχουν σήμερα οι αποτυχημένοι υπουργοί, οι ανίκανοι βουλευτές, οι διεφθαρμένοι δικαστικοί, οι διαπλεκόμενοι δήμαρχοι και οι λοιποί άχρηστοι κρατικοί αξιωματούχοι. Χρειάζεται να περιέλθουν στη βάση η λήψη των αποφάσεων, η θέσπιση των νόμων, ο έλεγχος της εξουσίας. Χρειάζονται γενναίες θεσμικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, μέσω τοπικών, περιφερειακών και γενικών δημοψηφισμάτων. Πρέπει να ανακαλυφθεί, ή μάλλον να επινοηθεί ξανά, η άμεση δημοκρατία. Είναι η μόνη έλλογη, θεραπευτική και ρεαλιστική λύση. Η μόνη έξοδος από τη φθορά και τη διαφθορά.

Τρίτη 18 Μαΐου 2010

ΑΜΕΣΗ ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

[ Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Πολίτες, αρ. 13, Απρίλιος 2010]

Γιώργος Ν. Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας


ΑΜΕΣΗ ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΑΛΛΑΓΗ
ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Έχει καταστεί πλέον εμφανής η ανικανότητα του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος στο συνολό του να αποτρέψει τη χρεοκοπία της χώρας. Όχι μόνο διότι αυτό την οδήγησε στη σημερινή απελπιστική κατάσταση, αλλά κυρίως διότι αυτό την οδηγεί σε χειρότερη. Έξι μήνες τώρα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ απέδειξε ότι ήταν εντελώς απροετοίμαστη, ότι ψευδολογούσε και φλυαρούσε ασυστόλως. Τελευταία δείγματα της ανικανότητάς της είναι τα εξής:
Πρώτον, κάνει τα αδύνατα δυνατά να αναθέσει το μέλλον της χώρας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Δεύτερον, το οικονομικό επιτελείο (Παπανδρέου, Παπακωνσταντίνου, Σαχινίδης, Κατσέλη) δεν πρόβλεψε καν την άνοδο των σπρεντ στις 400 μονάδες. Ενώ τον Ιανουάριο, ενώ είχε ανακοινωθεί το έλλειμμα 12,7% και είχαν γίνει δύο υποβαθμίσεις, τα σπρεντ είχαν φθάσει στις 300, αλλά οι αγορές είχαν προσφέρει 20 δις. ευρώ που θα μπορούσαν να καλύψουν τις ανάγκες της χώρας. Κανονικά θα έπρεπε να δανεισθούν πριν ανακοινώσουν το αληθές έλλειμμα. Τρίτον, η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να ανακαλύψει ένα δάνειο 4, 5 δις. ευρώ της προηγούμενης κυβέρνησης Καραμανλή, η οποία το κράτησε κρυφό. Το δάνειο αυτό ανακάλυψε το κλιμάκιο της Eurostat που επισκέφθηκε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους τον Μάρτιο 2009. Φυσικά το δάνειο αυτό προστίθεται στο ήδη τεράστιο χρέος και το ανεβάζει σε 303 δις. ευρώ.
Συνεπώς η κυβέρνηση είναι ανίκανη, άχρηστη και επικίνδυνη, ακριβώς όπως και ο πρωθυπουργός της. Δεν έχει κανένα δημιουργικό ρόλο να παίξει, αντιθέτως βυθίζει τη χώρα στην παρακμή. Έχει καταντήσει ένα απλό εκτελεστικό όργανο της Ευρωπαϊκής Έπιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Όμως οποιαδήποτε ομάδα ανθρώπων μπορεί να ανταποκριθεί στον ρόλο αυτόν, δεν χρειάζεται η ομάδα της δυναστείας Παπανδρέου.
Πρέπει να επισημανθεί επίσης και η παροιμιώδης πια ανικανότητα και απάτη της προηγούμενης κυβέρνησης Καραμανλή. Ούτε βεβαίως ο Σαμαράς, νέος αρχηγός της αμαρτωλής ΝΔ, είναι ικανός για κάτι καλύτερο. Διότι υπήρξε από τα ηγετικά στελέχη της ΝΔ και ευθύνεται για την αποτυχία της - όχι μόνο δεν διεχώρησε τη θέση του αλλά εξυμνούσε και τον Κ. Καραμανλή. Επίσης είναι από τους κυρίους υπευθύνους, με τον εθνικισμό, τη φιλοδοξία και την αβελτηρία του, για το αδιέξοδο στο θέμα της ονομασίας των Σκοπίων, που ταλανίζει τη χώρα εδώ και δύο δεκαετίες. Ούτε φυσικά η Μπακογιάννη-Μητσοτάκη αποτελεί λύση. Οι πολιτικοί των δύο κομμάτων είναι φορείς των ιδίων αντιλήψεων που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία. Είναι φορείς του κομματοκρατικού συστήματος το οποίο επιτρέπει τον έλεγχό του και τον προσανατολισμό του από την οικονομική ολιγαρχία, εγχώρια και διεθνή. Ενώ το σύστημα αυτό δεν υφίσταται κανένα απολύτως έλεγχο από την κοινωνία, λόγω αφ’ ενός της απόσυρσης των ανθρώπων στον ιδιωτικό χώρο και αφ’ετέρου λόγω της ανυπαρξίας ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου. Βαδίζει έτσι τον εύκολο δρόμο της γενικευμένης διαφθοράς και ανικανότητας.
Το κομματοκεντρικό σύστημα χαρακτηρίζεται από πρωθυπουργοκεντρισμό, πράγμα που το εξομοιώνει με αιρετή μοναρχία. Στα λόγια είναι δημοκρατία, στους τύπους ολιγαρχία και στην ουσία μοναρχία. Το ανεξέλεγκτο αυτό σύστημα έχει αποτύχει, έχει οδηγήσει τη χώρα στη χρεοκοπία. Οι δομές και τα πρόσωπα της κρατικής γραφειοκρατίας είναι βαθύτατα διεφθαρμένα και ανίκανα. Διδάσκαλοι και καθοδηγητές σε αυτό είναι τα πελατειακά διεφθαρμένα κόμματα και οι ανίκανοι και διεφθαρμένοι πολιτικοί. Ο Ε. Ροΐδης στο τέλος του 19ου αιώνα το είχε διαπιστώσει με τον τρόπο του: «Οι Έλληνες διαιρούνται εις τρεις κατηγορίας α) εις συμπολιτευομένους, ήτοι έχοντες κοχλιάριον να βυθίζωσιν εις την χύτραν του προϋπολογισμού, β) εις αντιπολιτευομένους, ήτοι μη έχοντας κοχλιάριον και ζητούντας παντί τρόπω να λάβωσι τοιούτον, γ) εις εργαζομένους, ήτοι ούτε έχοντας κοχλιάριον ούτε ζητούντας αλλ’ επιφορτισμένους να γεμίζωσι την χύτραν δια του ιδρώτος αυτών».
Παρότι το κομματικό σύστημα κοστίζει πανάκριβα στον έλληνα φορολογούμενο όχι μόνο δεν προσφέρει τίποτε το ουσιαστικό και δημιουργικό αλλά οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία. Πρέπει συνεπώς να καταργηθεί, να αλλάξει. Πρέπει επί τέλους να υπάρξει τιμωρία και κάθαρση. εξυγίανση του πολιτικού τοπίου από τους διεφθαρμένους και ανίκανους πολιτικούς, από τα διεφθαρμένα και ανίκανα κόμματα, από το διεφθαρμένο και ανίκανο ολιγαρχικό σύστημα. Στην προοπτική αυτή μία λύση προέχει και επιβάλλεται: η πολιτική και η δικαστική έρευνα από πολυπρόσωπα αδέκαστα όργανα για το «πόθεν έσχες» και το άνοιγμα των λογαριασμών των ενόχων σε Ελλάδα και εξωτερικό. Κυρίως όμως η καταδίκη των πρωταιτίων των τελευταίων τριών δεκαετιών: πρωθυπουργών, υπουργών, υφυπουργών, γενικών γραμματέων, βουλευτών, διευθυντών δημοσίων οργανισμών και ΔΕΚΟ, άρα η δήμευση των περιουσιών τους και η φυλάκισή τους. Αυτά τα πολυπρόσωπα αδέκαστα όργανα θα είναι επιφορτισμένα επίσης με τον δικαστικό έλεγχο κάθε μελλοντικής εξουσίας, όλων των ασκούντων εξουσία και όλων των διαχειριστών του δημοσίου χρήματος.
Ταυτοχρόνως όμως θα πρέπει να προταθούν αιτήματα αλλαγής του πολιτικού συστήματος. Αιτήματα που θα αποδυναμώνουν το υπάρχον ολιγαρχικό σύστημα και θα δημιουργούν τις προϋποθέσεις για τον ουσιαστικό έλεγχο της εξουσίας, για την άμεση συμμετοχή των ανθρώπων στη λήψη των αποφάσεων και στη θέσπιση των νόμων. Τέτοιες θεσμικές αλλαγές είναι α) η νομοθέτηση δημοψηφισμάτων για τα μεγάλα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα. Τα δημοψηφίσματα εξασφαλίζουν την ενημέρωση της κοινωνίας και την διαφάνεια, β) συνελεύσεις δήμων στην τοπική αυτοδιοίκηση με αποφασιστικές και ελεγκτικές αρμοδιότητες, που σημαίνει ότι οι δήμαρχοι να γίνουν εκτελεστές των αποφάσεων και ελεγχόμενοι από τη συνέλευση. Οι τρεις αυτές ουσιώδεις θεσμικές αλλαγές (δικαστικό, δημοψηφίσματα και τοπικές συνελεύσεις) μπορεί να συνοδευτούν και από άλλα άμεσα και επείγοντα αιτήματα.
Αυτά βεβαίως δεν μπορούν να γίνουν από το υπάρχον πολιτικό σύστημα της αποτυχημένης πολιτικής και οικονομικής ολιγαρχίας, αλλά από την ίδια την κοινωνία, από την κινητοποίηση και την απαίτηση των ανθρώπων, από τα διωκόμενα και χειμαζόμενα κατώτερα και μεσαία στρώματα. Με την προϋπόθεση ότι δεν θα ευνουχισθούν από τους σοσιαλιστές, τους εθνικιστές, τους κρατικιστές τους κομμουνιστές και τους σταλινικούς. Η σπουδαία φιλόσοφος Χάννα Άρεντ λέει πολύ σωστά ότι η μόνη δύναμη που έχει ο λαός είναι η «εφεδρεία της επανάστασης». Η επανάσταση σημαίνει εδώ τη ριζική αλλαγή. Δεν σημαίνει φυσικά ότι αυτή πρέπει να γίνει με όπλα, αίματα, φόνους και καταλήψεις χειμερινών ανακτόρων. από κάποια «πεφωτισμένη» κομματική πρωτοπορία κομμουνιστικού - λενινιστικού, μαοϊκού, καστρικού ή γκεβαρικού - τύπου. Αντιθέτως, αντιλήψεις και πρακτικές αυτού του είδους έχουν αποτύχει παταγωδώς, αφού οδήγησαν σε δικτατορικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα, σε φαλκίδευση ατομικών ελευθεριών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σε φυλακές, στρατόπεδα συγκεντρώσεως, σε ψυχιατρεία, εκτελέσεις και βασανιστήρια.
Η ριζική αλλαγή γίνεται από τους ίδιους τους ανθρώπους, από την αυτοσυγκρότηση, την αυτοοργάνωση και τον αυτοκαθορισμό τους. Επομένως δεν μπορεί να αρκεσθεί στο «necessitas legem non habet» (H ανάγκη δεν γνωρίζει νόμους), διότι έτσι δεν δημιουργείται κοινωνία και πολιτισμός. Ο δρόμος προς τη δημοκρατία χαράσσεται όταν η ανάγκη είναι σε θέση αφ’ ενός να αμφισβητήσει τους υπάρχοντες άδικους νόμους και αφ’ ετέρου να προτείνει δικούς της νόμους, δημιουργικούς, δημιουργούς ελευθερίας, συμμετοχής και ισότητας. όταν δηλαδή η δρώσα συλλογικότητα, το σκεπτόμενο πράττειν, προτείνει και δημιουργεί θεσμούς για να επιτευχθεί η συμμετοχή των ανθρώπων στη λήψη των αποφάσεων και στη θέσπιση των νόμων, εξασφαλίζοντας την ελευθερία και την ισότητα.
Η αταξία και το χάος δεν είναι λύσεις πρόσφορες και μόνιμες. Οι ανθρώπινες κοινωνίες θέλουν τη σταθερότητα και την ασφάλεια. Σε κρίσιμες ή εξεγερσιακές κοινωνικές καταστάσεις όταν η κοινωνία δεν μπορεί να επιβάλει τη δημοκρατία και την αυτοκυβέρνηση, δηλαδή όταν η ανασφάλεια, η αταξία και το χάος επικρατούν, τότε δυστυχώς επεμβαίνουν οι κατασταλτικές δυνάμεις της εξουσίας και επιβάλλουν αυταρχικά, ολιγαρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα, στο όνομα ακριβώς της τάξεως και της ησυχίας. Η ιστορία και η κοινωνία απεχθάνονται το κενό. όταν αυτό δεν μπορεί να καλυφθεί από δημοκρατικούς θεσμούς τότε καλύπτεται δυστυχώς από αντιδημοκρατικούς. Η ιστορία βρίθει τέτοιων ατελέσφορων προσπαθειών που απέληξαν σε αυταρχικές θεσμίσεις.

Παρασκευή 30 Απριλίου 2010

Cafe philo ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Π ρ ό σ κ λ η σ η
“Café philo”
Κυριακή 2 Μαΐου 2009,
στις 12:00 με 14:00
«STOA»
Πατησίων 101 και Κοδριγκτώνος


“Κοινοβουλευτισμός και Δημοκρατία”


« café philo » στην Αθήνα
από την ΑΓΟΡΑ στο Café: ένα γοητευτικό ταξίδι επιστροφής

εισαγωγή
«Café philo», ονομάστηκαν οι φιλοσοφικές συναντήσεις κάποια κυριακάτικα πρωινά σ΄ένα καφέ στο Παρίσι.


Τα Café philo άρχισαν την δεκαετία του 1990 από τον Marc Sautet, στο Café de Phares στην Place de la Bastille. Στο τέλος της δεκαετίας υπήρχαν πια αρκετά, και το πρόγραμμά τους άρχισε να δημοσιεύεται στις εφημερίδες.
Τα θέματα αντλούνται από διαχρονικά ερωτήματα, υπαρξιακές αναζητήσεις και από την επικαιρότητα.
Δεν αποσκοπούν στην εξαγωγή συμπερασμάτων, αλλά στο ταξίδι της αναζήτησης, της ανταλλαγής σκέψεων, ιδεών, προβληματισμών και στην επικοινωνία, μεταφέροντας τη γνώση και την αναζήτηση του ακαδημαϊκού χώρου, στην οικεία ατμόσφαιρα ενός café.

Η πρόθεσή μας είναι να διοργανώσουμε το δικό μας café philo στην Αθήνα.
Δεν θα επιδιώξουμε μια απλή «μεταφορά», αλλά την δημιουργία ενός χώρου σκέψης και ανάσας, μακριά από τη φλυαρία του κενού, αλλά και το απόμακρο του «μυημένου».

Η συζήτηση ξεκινά κάθε φορά με έναν εισηγητή (15΄-20΄) που θέτει τους άξονες και το πλαίσιο της συζήτησης. Υπάρχει κάποιος συντονιστής, ενώ παράλληλα ο εισηγητής έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει όποτε το κρίνει απαραίτητο.

Σήμερα, που η σκέψη και η ανάλυση έχει αντικατασταθεί από την άποψη, τα café philo μπορούν να αποτελέσουν ένα φιλόξενο χώρο για όσες και όσους δεν έχουν ξεχάσει να συνταξιδεύουν.

Η συνάντηση θα γίνει στο χώρο του bar «STOA» στην Πατησίων, την Κυριακή 2 Μαΐου, στις 12:00 με 14:00,

Το θέμα αυτής της δεύτερης συνάντησης θα είναι: Δημοκρατία, η αναζήτηση της έννοιας, πέρα και έξω από τη χρήση του όρου Δημοκρατία.

Ο προβληματισμός μας:
Στην τηλεόραση, στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο και σχεδόν σε κάθε συζήτηση παρατηρείται μια διαρκής σύγχυση γύρω από την έννοια της δημοκρατίας. Το πλήθος των προσδιορισμών που χρησιμοποιούνται (κοινοβουλευτική, αστική, σοσιαλιστική, λαϊκή, έμμεση, αντιπροσωπευτική, κ.ά.) καθιστά προβληματικό το νόημά της. Η σύγχυση επιτείνεται από το γεγονός ότι όλα σχεδόν τα σύγχρονα πολιτεύματα καλούνται και αυτοαποκαλούνται «δημοκρατίες» και επικαλούνται τον λαό ως «πηγή» της εξουσίας και νομιμοποιητικό παράγοντα του πολιτεύματος. Θα πρέπει συνεπώς να γίνει μία ουσιαστική εξέταση του νοήματος της δημοκρατίας, ώστε να συναχθούν οι διαφορές της με τα σύγχρονα πολιτεύματα. Η εξέταση αυτή είναι ουσιαστική προϋπόθεση για κάθε περαιτέρω συζήτηση αλλά και για την ιδεολογική και πολιτική χειραφέτηση.

Την εισήγηση θα κάνει ο Γιώργος Ν. Οικονόμου,
για όσους δεν τον γνωρίζουν, ο Γιώργος Ν. Οικονόμου σπούδασε Μαθηματικά, Μουσική και Φιλοσοφία. Έχει Master φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης και είναι Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Παρακολούθησε στο Παρίσι τα μεταπτυχιακά σεμινάρια των Κ. Καστοριάδη, J. Derrida, A. Touraine, P. Bourdieu, J. Bouveresse. Έχει συμμετάσχει σε συνέδρια, δημοσιεύσεις σε περιοδικά και εφημερίδες και διαλέξεις και ομιλίες. Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφορούν τα βιβλία του Η άμεση δημοκρατία και η κριτική του Αριστοτέλη (2007) και Η αριστοτελική πολιτεία (2008), Από την κρίση του κοινοβουλευτισμού στη Δημοκρατία (2009).


*Για την επιβεβαίωση της συμμετοχής σας παρακαλούμε απαντήστε στο mail kapassa@otenet.gr,
τηλέφωνο επικοινωνίας: 693 2 97 9000

Τετάρτη 28 Απριλίου 2010

Συμπόσιο για τον Κορνήλιο Καστοριάδη: Η γένεση της δημοκρατίας και η κρίση της σύγχρονης κοινωνίας

ΣΥΜΠΟΣΙΟ

H ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ
Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Μνήμη Κορνήλιου Καστοριάδη
Αθήνα, 8 – 9 Μαίου 2010

Όταν το Ιωνικό Κέντρο Σπουδών άρχισε πριν 30 περίπου χρόνια τη λειτουργία του στη Χίο, πρώτος ανάμεσα στους στοχαστές που προσκλήθηκαν να μετάσχουν ήταν ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο οποίος δίδαξε για πρώτη φορά τότε στην Ελλάδα, στα Σεμινάρια Ελληνικού Πολιτισμού, με θέμα ¨Η Γένεση της Δημοκρατίας και της Πολιτικής Φιλοσοφίας”.

Μετά από περιπλάνηση στους ανήσυχους δρόμους της Δυτικής διανόησης, ο Καστοριάδης ανακάλυψε ξανά το πραγματικό νόημα της δημοκρατίας στις απαρχές της, στις αρχαίες πόλεις της Ιωνίας και στην Αθήνα. Στη συνέχεια άρθρωσε λόγο και άσκησε κριτική στον ολιγαρχικό χαρακτήρα των αντιπροσωπευτικών λεγόμενων πολιτευμάτων της Δύσης, όπως είχε κάνει νωρίτερα και για δύο δεκαετίες απέναντι στον απολυταρχικό χαρακτήρα των Ανατολικών καθεστώτων.

Μεσούσης της κρίσης που διέρχονται τα οικονομικά, πολιτικά και θρησκευτικά συστήματα παγκόσμια, το Ιωνικό Κέντρο οργανώνει Συμπόσιο με αναφορά στη Γένεση της Δημοκρατίας, στοχεύοντας σε μια ρηξικέλευθη κριτική όσο και στην ανάδειξη τρόπων σκέψης, αλλά και δράσης, για την αντιμετώπιση της κρίσης αυτής, για μια πλέον ουσιαστική πραγμάτωση της δημοκρατίας στις κοινωνίες μας. Συγχρόνως έτσι τιμά τον επίκαιρο λόγο του Καστοριάδη.

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης δεν αρκείται στη συμβατική μεταρρύθμιση, αλλά ούτε και στη στείρα απόρριψη του πολιτικού συστήματος όπως ασκείται. Προχωράει σε προτάσεις, βασισμένες στις αρχές που δημιούργησαν τη δημοκρατία. Και το έργο του αναδεικνύει την ανάγκη της ίσης συμμετοχής των ανθρώπων στις σημαντικές αποφάσεις της ζωής, και εγείρει κρίσιμα ερωτήματα, τα οποία και θέτει μπροστά μας: Πώς μπορεί να συγκροτηθεί μια εναλλακτική μορφή δημοκρατίας απέναντι στο αντιπροσωπευτικό ολιγαρχικό σύστημα; Με ποιον τρόπο μπορεί να πραγματωθεί η ουσιαστική συμμετοχή των ανθρώπων στις αποφάσεις, κατά τρόπο τέτοιο ώστε να οδηγήσει στην ισότητα και στη βελτίωση του συλλογικού βίου; Ποιοι θεσμοί θα μπορούσαν να καταστήσουν και πάλι δυνατή τη δημοκρατία; Ποιες ιδέες και ποιο θεσμικό, πρακτικό πλαίσιο θα μπορούσαν να δρομολογήσουν μιαν αληθινή δημοκρατική προοπτική και να δώσουν ουσιαστικό πολιτικό νόημα στη ζωή;

Οι σκέψεις του Κορνήλιου Καστοριάδη δεν αποτελούν αφηρημένη φιλοσοφική αναζήτηση, αλλά συνιστούν μια κριτική προβληματική για ένα συγκεκριμένο πέρασμα από τη θεωρία στην πράξη. Αυτήν την προοπτική και πρόταση έχει σκοπό το Συμπόσιο να διερευνήσει.

Συμμετέχουν: Γ. Αλατζόγου-Θέμελη, Γ. Δαρεμάς, Α. Θεοδωρίδης, Α. Κιουπκιολής, Ν. Κυριαζής, A. Moυζακίτης, Γ. Ν. Οικονόμου, Θ. Πολλάτος, Σ. Ροζάνης, Β. Ρωμανός, Θ. Τάσης, Δ. Τσακίρη.

Υπεύθυνοι οργάνωσης του Συμποσίου:
Γιώργος Ν. Οικονόμου, Δρ Φιλοσοφίας
Ισίδωρος Κιολέογλου, πρόεδρος του Ιωνικού κέντρου

Ημέρες και ώρες του συμποσίου: Χορηγός Επικοινωνίας
Σάββατο 8 Μαίου, 10 πμ - 7 μμ
Κυριακή 9 Μαίου, 10 πμ - 2 μμ
Πληροφορίες για συμμετοχή:
Ιωνικό Κέντρο, Λυσίου 11, 10556 Πλάκα τ 210 3246614 www.ionic.gr politismos@ionic.gr

Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

ΣΟΣΙΑΛΗΣΤΕΣ ΚΑΙ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ

[Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Πολίτες", αρ. 12, Μάρτιος 2010]

Γιώργος Ν. Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας


ΣΟΣΙΑΛΗΣΤΕΣ ΚΑΙ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ


Η χώρα διέρχεται ίσως την κρισιμότερη φάση της ιστορίας της απειλούμενη με γενική χρεοκοπία, αφού η οικονομική φαίνεται ότι είναι αποτέλεσμα της κοινωνικής, πνευματικής και πολιτικής χρεοκοπίας. Και όμως οι νεοέλληνες περιμένουν την καταστροφή χωρίς αντίδραση, χωρίς διαμαρτυρία και αντίσταση. Θα νόμιζε κανείς ότι την περιμένουν σαν ένα είδος τιμωρίας, ή μάλλον αυτοτιμωρίας. Η στάση αυτή όμως είναι χριστιανική, όχι πολιτική. Και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια όχι στον επουράνιο παράδεισο αλλά στην επίγεια κόλαση. Υπάρχουν βεβαίως κάποιες αντιδράσεις, απεργίες, διαδηλώσεις, πορείες, αλλά αυτές είναι αμυντικές. Δεν αγγίζουν την ουσία του προβλήματος, που είναι το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Δεν τίθενται δηλαδή πολιτικά αιτήματα θεσμικών αλλαγών ή αλλαγής του πολιτικού συστήματος, από τα κοινωνικά στρώματα, που θίγονται άμεσα από τα δυσβάστακτα και άδικα οικονομικά μέτρα. Τα κατώτερα στρώματα που μαστίζονται από την ανεργία, την ακρίβεια και τη φτώχεια, παραμένουν μακράν του πολιτικού χώρου.
Ακόμα και πράγματα ακατανόητα έχουν καταντήσει εν Ελλάδι να φαίνονται αυτονόητα, ενέργειες απαράδεκτες να φαίνονται φυσιολογικές. Ακραίο παράδειγμα: ενώ ο σημερινός πρωθυπουργός με το σύνθημα «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» και «Υπάρχουν λεφτά» κερδίζει τις εκλογές το 2009, ανατρέπει όμως άρδην τις υποσχέσεις του τρεις μήνες μετά για να εφαρμόσει τα ληστρικά μέτρα κατά των κατωτέρων στρωμάτων. Και δεν υπάρχει απαίτηση από την κοινωνία ή από τη λεγόμενη Αριστερά για διενέργεια δημοψηφίσματος. Η στάση αυτή είναι ένδειξη ότι η κοινωνία βρίσκεται σε στάδιο προχωρημένης βαρβαρότητας.
Υπάρχει εξήγηση γι αυτόν τον εκβαρβαρισμό. Τις τελευταίες δεκαετίες τα στρώματα αυτά αποπροσανατολίσθηκαν τεχνηέντως από τα βασικά πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, με συνέπεια την απουσία τους από την πολιτική σκηνή. Η διευθυντική ελίτ κατάφερε να τα χειραγωγήσει και να γίνει κυρίαρχος του παιγνιδιού με κατάλληλες κινήσεις αντιπερισπασμού. Έγκλειστα στα ψεύδη των κομμάτων, κολακευμένα από παροχές διαφόρων ειδών, τυφλωμένοα από το όραμα μιας επίπλαστης ευημερίας, στηριγμένης στα δάνεια και τις πιστωτικές κάρτες, αιχμάλωτα μίας περιττής ξέφρενης κατανάλωσης, αποχαυνωμένα από τα τηλεοπτικά θεάματα, εγκλωβισμένα στον εθνικισμό και τη θρησκεία, βρίσκονται τώρα υπό το κράτος της ηττοπάθειας, της ανασφάλειας και του φόβου που φέρνει το σοκ της επικείμενης καταστροφής. Ένας απόπληκτος λαός προσπαθεί να καταλάβει, αλλά δυστυχώς δεν έχει τα εργαλεία γι’ αυτό, διότι δεν προσπάθησε να τα συγκροτήσει τα προηγούμενα έτη. Φαίνεται να έχει απολέσει την αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθησή του, έχει χάσει τον τρόπο κατανόησης και δράσης.
Αυτό που έμαθε ως πολιτική δράση είναι, από τη μια, εκλογές, κομματικές παράτες και λοβιτούρες, κινήσεις ελεγχόμενες από τους κομματικούς γραφειοκράτες ή από τις συνδικαλιστικές συντεχνίες, συγκεντρώσεις για το μακεδονικό και τις ταυτότητες, υστερίες υπέρ του Μιλόσεβιτς, του Κάρατζιτς και του Οτσαλάν, διαμαρτυρίες κατά του βιβλίου Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού, και από την άλλη, η τυφλή βία των κουκουλοφόρων, των σπασμένων βιτρινών και των καμένων αυτοκινήτων. Η νεοελληνική κοινωνία δεν μπορεί να εννοήσει ότι ούτε οι επαγγελματίες συνδικαλιστές ούτε οι κομμουνιστές γραφειοκράτες ούτε οι ποικιλώνυμοι εθνικιστές και χριστιανοορθόδοξοι ούτε οι καταστροφές αποτελούν πολιτική απάντηση στην καταστροφή.
H καταστροφή δεν αποτρέπεται με συντεχνίες, με σταλινισμούς, με εθνικισμούς, με θρησκείες και με καταστροφές, αλλά με τη δημιουργία. Εδώ βρίσκεται μία κρίσιμη αξία που είναι άγνωστη εν Ελλάδι. Οι νεοέλληνες δεν έχουν μάθει τι σημαίνει ουσιαστική δημιουργία, ευγενής άμιλλα και αγώνας (κοινωνικός, πολιτικός, πολιτισμικός), αγώνας για έλεγχο της εξουσίας, για εγκαθίδρυση δημοκρατικών θεσμών, για πολιτική συμμετοχή. Δεν έχουν εθισθεί στη συλλογική προσπάθεια για το γενικό συμφέρον. Το μόνο που έχουν γνωρίσει είναι το κομματικό συμφέρον, οι συνδικαλιστικές διεκδικήσεις, οι συντεχνιακές πιέσεις, το ατομικό και εγωιστικό συμφέρον.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ειδικώς εν Ελλάδι δεν υπήρξε κάποιο αξιόλογο πνευματικό ή πολιτισμικό κίνημα ούτε κάποιος σημαντικός θεωρητικός ή πολιτικός στοχαστής, ανεξάρτητος ή της Αριστεράς. Ενώ τα απαράδεκτα ΜΜΕ προβάλλουν μόνο τις δηλώσεις του Καρατζαφέρη, τους καθεστωτικούς διανοουμένους, τις εθνικιστικές και θρησκευτικές πομφόλυγες των νεορθόδοξων θεολόγων και του Μίκη Θεοδωράκη. Αυτή η μεγάλη και ολέθρια έλλειψη πολιτικού στοχασμού και θεωρητικής σκέψης οφείλεται σε πολλούς λόγους. Μερικοί από αυτούς είναι: ο εγκλωβισμός από τη μια στην ιδεολογία του εθνικισμού, του χριστιανισμού, του φιλελευθερισμού και από την άλλη στην ιδεολογία του μαρξισμού, του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. επίσης η έλλειψη κριτικής και αυτοκριτικής, ο δογματισμός, η θεώρηση των πραγμάτων ως δεδομένων, ο ευνουχισμός των διανοουμένων από την ένταξή τους σε πανεπιστημιακές εξελίξεις, σε κομματικές συμμαχίες, μιντιακά συμφέροντα, δημοσιογραφικές καριέρες και ποικίλα πλέγματα εξουσίας.
Η πολιτική και η θεωρητική σκέψη, όπως και η φιλοσοφία, ευδοκιμούν σε έδαφος κριτικής και αμφισβήτησης - όχι στο άκαμπτο και ακαλλιέργητο έδαφος των δεδομένων αληθειών, των ιδεολογικών φενακισμών, των κομματικών θεσφάτων και των πανεπιστημιακών σκοπιμοτήτων. Αναπτύσσονται σε περιβάλλον ελευθερίας και δημοκρατίας, που σημαίνει ανοικτός διάλογος, συζήτηση με επιχειρήματα και όχι εσωστρεφής μονόλογος αποκλειστικώς με τους δικούς και τις κλειστές συντεχνίες. σημαίνει ρωγμές, ρήξεις, απώλεια ψευδαισθήσεων και βεβαιοτήτων - είναι ο μόνος τρόπος να αποσαφηνισθούν έννοιες και ζητήματα, να αποφευχθούν τα ιδεολογήματα, ο αυτοεγκλωβισμός στη διατήρηση μικροεξουσιών.
Αυτό που έχει οδηγήσει τη χώρα στη χρεοκοπία είναι το πολιτικό σύστημα με τις απαρχαιωμένες δομές, νοοτροπίες και πρακτικές. Εδώ και τριάντα πέντε έτη, από τη μεταπολίτευση και εντεύθεν, έχουν αλλάξει χιλιάδες πράγματα στον κόσμο, αλλά το ελληνικό πολιτικό σύστημα παραμένει ίδιο και ανάλλαχτο. Για την οικονομική κατάρρευση της χώρας δεν φταίνε μόνο η παγκοσμιοποίηση, η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, οι κερδοσκόποι ή άλλοι «εξωγενείς» παράγοντες.
Για το ότι η Αθήνα είναι η πιο άσχημη πόλη στον κόσμο με απαράδεκτα επίπεδα μόλυνσης, θορύβου, πρασίνου και αισθητικής, για το ότι επί δέκα έτη το 70% των νεοελλήνων θεωρούσε τον ανεκδιήγητο Χριστόδουλο το πιο σημαντικό πρόσωπο, για το ότι Ελλάς είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο που οι ιερείς, οι αρχιερείς και οι επίσκοποι είναι δημόσιοι υπάλληλοι, για το ότι στον 21ο αιώνα η Ελλάς είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο που έχει πρωινή και βραδυνή βάρδια στα σχολεία, για το ότι η Ελλάς είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο που έχει τον θεσμό των φροντιστηρίων για την είσοδο στα ΑΕΙ, για το ότι η Ελλάς είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο που έχει κατακλυσθεί από αυθαίρετα κτίσματα, για το ότι η Ελλάς ανέλαβε με μεγάλη υπερηφάνεια τους ολέθριους Ολυμπιακούς αγώνες το 2004 και για πολλά άλλα, δεν φταίει το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Φταίει πρωτίστως το πολιτικό σύστημα, που υποβαστάζεται από ευρέα κοινωνικά στρώματα και από την πλειονότητα αυτών που θα χαρακτηρίζαμε διανοουμένους.
Το νεοελληνικό πολιτικό σύστημα έχει αποτύχει και συνεπώς έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του. Το κυριώτερο έγκλημα που διέπραξε είναι που σκότωσε την ελπίδα και το όραμα των νέων ανθρώπων, των οποίων υποθήκευσε το μέλλον. Nέοι χωρίς ελπίδα, αισιοδοξία και όραμα σημαίνει βαρβαρότητα. Χρειάζεται λοιπόν επειγόντως να αλλάξει το σύστημα ριζικά, όχι επιφανειακά. Αν δεν αλλάξει τώρα δεν θ’ αλλάξει ποτέ, και θα βυθίσει στη μιζέρια κυρίως τα κατώτερα και μεσαία στρώματα. Διότι τα ανώτερα όπως πάντα έχουν τα μέσα και έχουν φροντίσει για τη διάσωσή τους και την άνετη επιβίωσή τους για πολλές γενιές, όπως έδειξαν οι μαζικές φυγές κεφαλαίων από τη χώρα τους τελευταίους μήνες. Η έξοδος από την κρίση διέρχεται από την είσοδο των ανθρώπων στην πολιτική σκηνή, την αυτοοργάνωσή τους και τον αυτοπροσδιορσμό τους. Κυρίως διέρχεται από την άμεση δημιουργία θεσμών, οι οποίοι θα αποδυναμώνουν τους κυρίαρχους μηχανισμούς κάθε είδους εξουσίας - κομματικής, οικονομικής, μιντιακής, εκκλησιαστικής, συνδικαλιστικής και πνευματικής. θα αποβλέπουν στην ανατροπή του υπάρχοντος σεσηπότος πολιτικού συστήματος και θα επιβάλουν τη συμμετοχή των ανθρώπων στις αποφάσεις, στη θέσπιση των νόμων, στην εξουσία και κυρίως στον δικαστικό έλεγχο της εξουσίας. Αν δεν υπάρξει αυτή τη στιγμή μία σειρά ουσιωδών θεσμικών αλλαγών τότε το τέλος είναι σίγουρα η χρεοκοπία, με όλες τις άσχημες και εφιαλτικές συνέπειες.
Χρεοκοπία του πολιτικού συστήματος σημαίνει πρωτίστως χρεοκοπία του κομματικού συστήματος, όχι μόνο των δύο εναλλασσομένων κομμάτων στην εξουσία αλλά και της απόλυτης κυριαρχίας των κομμάτων εν γένει. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπάρξει απεγκλωβισμός και απεξάρτηση από κομματικές ιδεολογίες και πρακτικές. Έτσι θα επανέλθει η ελπίδα και το όραμα, είναι ο μόνος τρόπος, είναι μονόδρομος. Συνεπώς, όσο περισσότερο παραμένουν στην εξουσία τα κόμματα, άρα και οι σοσιαληστές, τόσο περισσότερο οδηγούν τη χώρα στη βαρβαρότητα.

Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΚΜΗ

[Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Πολίτες", αρ. 6, Σεπτέμβριος 2009]

Γιώργος Ν. Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας


Η NEOΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΚΜΗ

Η σημερινή Ελλάς βρίσκεται σε άκρως απογοητευτική και θλιβερή κατάσταση. Διέρχεται μια προϊούσα κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική σήψη, στα πρόθυρα καταρρεύσεως. Τα στοιχεία που συντελούν σε αυτή τη διαπίστωση είναι πολλά: η γενικευμένη διαφθορά σε όλους τους τομείς, το ρουσφέτι, οι πελατειακές σχέσεις, η παραοικονομία, η υπερδιόγκωση του εξωτερικού χρέους, τα μεγάλα ελλείμματα του προϋπολογισμού, η καταλήστευση των δημοσίων ταμείων. ο άκρατος ατομικισμός, η ανυπαρξία συλλογικών αξιών και οραμάτων, η απουσία πνευματικής και δημοκρατικής παράδοσης, η τεράστια έλλειψη γενικής παιδείας και κουλτούρας. η αποσάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος, του συστήματος υγείας, της περιβαλλοντικής μέριμνας, η έλλειψη σοβαρής πολιτικής για τους μετανάστες, η αποτυχία στην εξωτερική πολιτική, στην εσωτερική ασφάλεια και την προστασία της δημόσιας περιουσίας, η κατίσχυση των ιδιωτικών συμφερόντων εις βάρος του κοινού αγαθού, η ανυπαρξία απόδοσης δικαιοσύνης.
Η αιτία γι’ αυτήν την κρίσιμη κατάσταση δεν είναι η οικονομική κρίση του 2008, όπως λένε οι κυβερνώντες. Ούτε μόνο ο νεοφιλελευθερισμός και η παγκοσμιοποίηση. Οι αιτίες είναι βαθύτατα ελληνικές και εγγενείς στο νεοελληνικό σύστημα του βίου, του πολιτεύεσθαι, του σκέπτεσθαι και του πράττειν. Όσον αφορά το πολιτεύεσθαι, κύρια αιτία είναι η νεοελληνική εκδοχή του κοινοβουλευτισμού με το οιονεί μοναρχικό μοντέλο διακυβέρνησης στηριγμένο στον πρωθυπουργοκεντρισμό και τον αυταρχισμό, στην απουσία ουσιαστικού ελέγχου της εξουσίας, στην κομματοκρατία, στις διεφθαρμένες και ανίκανες διακυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών, στην πλήρη ιδιωτικοποίηση του δημοσίου και του πολιτικού χώρου.
Η κατάσταση αυτή κατανοείται ευκολότερα από μία απλή αναδρομή στη νεώτερη ιστορία της χώρας. Η Ελλάς είναι ιδιάζουσα βαλκανική ανατολική περίπτωση που δεν κατόρθωσε ποτέ να απαλλαγεί από το βυζαντινό και χριστιανο-ορθόδοξο παρελθόν. Ως εκ τούτου διαφοροποιείται σε ένα βασικό σημείο από τα άλλα δυτικοευρωπαϊκά κράτη: ενώ στα τελευταία ο αρχηγός του κόμματος και μέλλων άτυπος μονάρχης εκλέγεται από ένα σχετικώς ευρύ πολιτικό φάσμα, αντιθέτως εν Ελλάδι ορίζεται αποκλειστικώς από τρεις οικογένειες-δυναστείες. Οι οικογένειες αυτές από τα μέσα του περασμένου αιώνα επί μία πεντηκονταετία δίνουν πρωθυπουργούς και υπουργούς – ενώ η πρωθυπουργία Σημίτη ήταν μια ενδιάμεση περίοδος, ένα είδος άτυπης αντιβασιλείας μέχρι να ενηλικιωθεί, να ωριμάσει και να αναδειχθεί ο διάδοχος της οικογένειας-δυναστείας. Είναι πολύ πιθανό ότι και στις επόμενες δεκαετίες η διακυβέρνηση θα περιέλθει σε κάποιον γόνο των οικογενειών-δυναστειών, αφού η προωθημένη έκφραση της κομματοκρατίας έχει προσλάβει στην Ελλάδα τη μορφή της οικογενειοκρατίας. Το γεγονός ότι τον πολιτικό βίο της χώρας λυμαίνονται επί μακρόν ορισμένες οικογένειες αναπαράγοντας τις ίδιες δομές, παραπέμπει σε ένα προπολιτικό στάδιο, στην περίοδο των αριστοκρατικών γενών.
H οικογενειοκρατική, προσωποπαγής και αρχηγική φύση των ελληνικών κομμάτων βρίσκεται στη ρίζα του νεποτισμού, της απύθμενης διαφθοράς και σήψης που μαστίζει τον πολιτικό και κρατικό τομέα σε όλα τα επίπεδα, όπως αποδεικνύεται και από τα οικονομικοπολιτικά σκάνδαλα των τελευταίων δεκαετιών, από την έλλειψη σοβαρού διαλόγου και την εξαθλίωση του πολιτικού λόγου.
Όμως η γενικευμένη εξαχρείωση και διαφθορά δεν είναι δυνατές χωρίς την αναλγησία και συνέργεια του κοινωνικού σώματος. Εν τέλει το πρόβλημα είναι κοινωνικό: η νεοελληνική κοινωνία νοσεί βαθύτατα, αφού εκδηλώνει ανικανότητα και απροθυμία αντιστάσεων στη φθορά και τη διαφθορά. Τα εθνικιστικά μυθεύματα και τα θρησκευτικά ιδεολογήματα, εμβαπτισμένα στον άκρατο λαϊκισμό, στη χαβούζα της τηλεόρασης, στα ποδοσφαιρικά, καλαθοσφαιρικά θεάματα και στην υποκρισία των πολιτικών, δικαστικών, πνευματικών, οικονομικών και εκκλησιαστικών στελεχών, έχουν τονίσει τον πατροπαράδοτο συντηρητισμό της νεοελληνικής κοινωνίας, έχουν υποσκάψει τις ηθικο-πνευματικές αντιστάσεις και λεηλατήσει την πολιτική συνείδηση των κοινωνικών στρωμάτων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν ανασχετικό παράγοντα στη φθορά. Το καταστροφικό αποτέλεσμα ήταν τα στρώματα αυτά αφοπλισμένα να παραδοθούν στους δημαγωγούς, τους πολιτικάντηδες, στους Χριστόδουλους και τους Εφραίμ, στους πάσης φύσεως ηθικολογούντες, εθνολογούντες και θεολογούντες κόλακες.
Η μόνη σημασία που αναγνωρίζουν οι νεοέλληνες χριστιανοί είναι το ατομικό συμφέρον, επιδιωκόμενο με οποιοδήποτε τρόπο και κόστος, ενδεδυμένο κατά το πλείστον με τα ιδεολογήματα του Έθνους και του Χριστιανισμού. Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν προσδίδουν στη νεοελληνική κοινωνία έναν ουσιαστικό συνεκτικό ιστό, και την κατακερματίζουν σε φέουδα συμφερόντων - οικογενειακών, ιδιωτικών, κομματικών και θρησκευτικών – που συντηρούν την ανομία, τη διαπλοκή, την εξαγορά, το ηθικό και πολιτισμικό κενό. Δεν πρόκειται δηλαδή για κοινωνία αλλά για συναγέλασμα ατόμων και οικογενειών, ικανό για το χειρότερο. Στην νεοελληνική περίπτωση ισχύει κατά μείζονα λόγο αυτό που είπε ο J.-J. Rousseau: «Mόλις κάποιος πει για τις δημόσιες υποθέσεις: Τι με ενδιαφέρει; πρέπει αμέσως να σκεφθούμε ότι η κοινότητα έχει χαθεί».
Τα κόμματα εξουσίας δεν έχουν ριζοσπαστικές ιδέες και αξιόπιστες προτάσεις για έξοδο από την κρίση, είναι εγκλωβισμένα στην παραδοσιακή άσκηση της εξουσίας, το ρουσφέτι, τις πελατειακές σχέσεις, τις υποσχέσεις και την παροχολογία. Ούτε άλλωστε διαθέτουν πρόσωπα ικανά και αξιόπιστα για μεγάλες αποφάσεις. Επί πλέον τα κόμματα αυτά δεν αποτελούν λύση του προβλήματος, αποτελούν μέρος και αιτία του προβλήματος. Αποδείχθηκαν ανίκανα και διεφθαρμένα, είναι φορείς και αιτία της διαφθοράς. Το πολιτικό σύστημα που συγκροτήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες έχει αγγίσει τα όριά του, σέρνοντας εν πλήρει συνειδήσει τη χώρα στον γκρεμό. Τα παραδείγματα αφθονούν: η κατασπατάληση των πακέτων και δανείων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η μεγάλη απάτη του χρηματιστηρίου το 1999, η ανάληψη των Ολυμπιακών αγώνων του 2004 και το μεγάλο φαγοπότι από τους μεγαλο-μεσαίους επιχειρηματίες, οι χαριστικές αντιμετωπίσεις των Τραπεζών, η χρησιμοποίηση των κρατικών ομολόγων προς όφελος των ιδιωτικών συμφερόντων, της κομματικής νομενκλατούρας και των γκόλντεν μπόυς κ.λπ.
Από την άλλη, τα κόμματα της παραδοσιακής Αριστεράς, σταλινικής και «ανανεωτικής», εμφανίζονται ανίκανα να προτείνουν λύση, να εμπνεύσουν ευρέα στρώματα της κοινωνίας, να συγκροτήσουν ένα όραμα που να πείθει τους ανθρώπους. Το αδιέξοδο και η ανικανότητά τoυς εκδηλώνονται αφ’ ενός στις εσωτερικές φατριαστικές και προσωπικές διενέξεις για την ανάδειξη στα εξουσιαστικά πόστα και σε θέσεις φιλέτα βουλευτών, και αφ’ ετέρου στην τελευταία οικονομική κρίση, κατά την οποία αμήχανα και μουδιασμένα ψελλίζουν παλαιές συνταγές περί επεμβάσεως του κράτους, περί εθνικοποιήσεων και κρατικοποιήσεων. Όμως οι παλαιές συνταγές του λεγόμενου σοσιαλισμού έχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς και επιζήμιες, όταν το σύνολο των ανθρώπων δεν συμμετέχει στην εξουσία και στον έλεγχό της. Άλλωστε τις συνταγές αυτές τις εφαρμόζουν, μετά την οικονομική κρίση, με τον τρόπο τους, οι κυρίαρχες εξουσίες επιστρέφοντας στην κρατική παρέμβαση και τον κεϋνσιανισμό. Στα αιτήματα για εθνικοποίηση ή κρατικοποίηση, που ενέσκηψαν μετά την παγκόσμια κρίση, απουσιάζει εκκωφαντικά το θεμελιώδες αίτημα για δημοκρατικοποίηση.
Και εδώ έγκειται η ιστορική αποτυχία και το ιστορικό τέλος της υπαρκτής Αριστεράς.: είναι εγκλωβισμένη στα παλαιά ιδεολογήματα του 19ου και του 20ου αιώνα, τα οποία αν και απέτυχαν παταγωδώς, στοιχειώνουν ένα μεγάλο μέρος της. Όχι μόνο ο μαρξισμός και ο λενινισμός, ο σοσιαλισμός ή ο κομμουνισμός αλλά και ο τερατώδης σταλινισμός ανασύρονται ως ιδεολογικά όπλα.
Η χώρα χρειάζεται κάτι άλλο, μια νέα αρχή, η οποία δεν μπορεί να προέλθει από το σημερινό σεσηπός σύστημα. Για να υπάρξει πραγματική διέξοδος θα πρέπει να αλλάξουν ορισμένοι βασικοί θεσμοί, αξίες και πρακτικές που οδήγησαν σε αυτή την παρακμιακή κατάσταση. Αλλαγές τόσο στην πολιτική σκηνή όσο και στην κοινωνική. Θα πρέπει λοιπόν να υπάρξει φαντασία, τόλμη, διαφωτισμός και άλλου είδους οργάνωση και δράση, από εναπομείναντα ίσως τμήματα που προσπαθούν να συγκροτήσουν εστίες αντιστάσεων. (Για περισσότερη ανάλυση και προϋποθέσεις για διέξοδο από την κρίση βλ. Γ. Ν. Οικονόμου, Από την κρίση του κοινοβουλευτισμού στη δημοκρατία, Παπαζήσης, 2009).

Τετάρτη 10 Μαρτίου 2010

H ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 5-3-2010


Γιώργος Ν. Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας

                                  
H ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Κάθε μέρα αποδεικνύεται και πιο πολύ ότι το υπάρχον πολιτικό σύστημα εν Ελλάδι είναι ανίκανο να αποτρέψει την καταστροφή, είναι ανίκανο να οδηγήσει τη χώρα σε δημιουργικούς δρόμους, διότι είναι ακατάλληλο, διαφθαρμένο και χρεωκοπημένο. Ποτέ δεν μαθήτευσε σε ουσιώδη ζητήματα του κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού βίου παρά μόνο στην προχειρότητα και στη δημαγωγία, στο ρουσφέτι και την πελατειακή αγυρτεία, στο λάδωμα και την απάτη, στον λαϊκισμό και τον τοπικισμό, στον εθνικισμό και τον θρησκευτισμό. Αυτά όμως δεν στοιχειοθετούν γνώση, πρόγραμμα, θεσμική οργάνωση και προοπτική για το μέλλον, αλλά αποσύνθεση,  που έχει ξεκινήσει εδώ και δεκαετίες. H αποτυχία είναι εξασφαλισμένη και με τους μαθητευόμενους μάγους της νέας κυβέρνησης.
 Η αναλγησία και ο κυνισμός του πολιτικού κόσμου δηλώνεται εμφανώς και στην άρνηση των υπουργών και βουλευτών για ουσιαστική περικοπή των σκανδαλωδών προνομίων και μισθών τους. Η αστεία μείωση των αποδοχών τους και η διατήρηση της αυτοτελούς φορολόγησης για τους ίδιους, τη στιγμή που την επιβάλλουν σε άλλες ομάδες και περικόπτουν δραστικά τους πενιχρούς μισθούς των κατωτέρων στρωμάτων, είναι  υποκρισία και πρόκληση.
Η παρακμή του πολιτικού κόσμου δηλώνεται και στο γεγονός ότι κάνει σαν να μην καταλαβαίνει τους ενόχους και τους υπαιτίους της κατάρρευσης. δεν εκδηλώνει ουσιαστική διάθεση για διερεύνηση και τιμωρία των υπευθύνων. Εκδηλο ακραίο σύμπτωμα η αποθέωση του Κ. Καραμανλή, ενός εκ των κυρίων υπευθύνων της χρεωκοπίας, από τα στελέχη της ΝΔ στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας (Φεβρουάριος 2010). Ούτε καν αποδοκιμασία.  Για την κατάρρευση και την καταστροφή δεν υπάρχει αίτιος και ένοχος, δεν θα τιμωρηθεί κανείς - λες και όλα έγιναν από μόνα τους, από τη φύση ή έπεσαν από τον ουρανό. Στη χώρα υπάρχει δικαστική εξουσία, δεν υπάρχει όμως δικαιοσύνη.
Το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας είναι πολιτικό, οφείλεται στους διεφθαρμένους και άχρηστους πολιτικούς, καθώς και στο θεσμικό πλαίσιο που τους αναδεικνύει. Συνεπώς, το νεοελληνικό πολιτικό σύστημα είναι ανίκανο να αποτρέψει την καταστροφή, διότι είναι αυτό το ίδιο που οδήγησε σε αυτήν. Εάν αυτό το αποτυχημένο σύστημα δεν καταργηθεί δεν θα υπάρξει προοπτική για τη χώρα. Η γενικευμένη ανομία και αδικία πρέπει να εκλείψει, και για να εκλείψει πρέπει κατ’ αρχήν να υπάρξει τιμωρία των υπευθύνων. Οι ένοχοι έχουν όνομα, είναι συγκεκριμένοι: είναι οι κυβερνήσεις των δύο μεγάλων κομμάτων των τελευταίων δεκαετιών, οι βουλευτές τους, οι διευθυντές των  δημοσίων οργανισμών, ο διοικητικός μηχανισμός των πολυάριθμων κρατικοδίαιτων κομματικών στελεχών που λυμαίνονταν τον δημόσιο πλούτο.
Η τιμωρία των ενόχων δεν θα γίνει βεβαίως από την πολιτική εξουσία, από τα κόμματα, τη Βουλή και την δικαστική εξουσία, διότι όλοι αυτοί είναι διαπλεκόμενοι, συνένοχοι. Η  τιμωρία και η εξυγίανση θα πρέπει να προέλθει από την απαίτηση των ανθρώπων, από τα κάτω. Για να αποφευχθεί η καταστροφή χρειάζεται κάθαρση, αναδιάρθρωση των θεσμών και ουσιαστικός έλεγχος. Η εξουσία που δεν συναντά έλεγχο και αντίσταση είναι αχαλίνωτη και καταστροφική.
«Εν γαρ ταύτη τη πόλει...ουδείς έστιν ανυπεύθυνος των...προς τα κοινά προσεληλυθότων», ήταν η αρχή της αθηναϊκής δημοκρατίας. Δηλαδή: «Σε αυτήν την πόλιν ουδείς από αυτούς που ασκούν εξουσία είναι ανυπεύθυνος». Όλοι οι αξιωματούχοι στο τέλος της θητείας τους έδιναν «ευθύνας», έδιναν λόγο και λογαριασμό για τις πράξεις τους («λόγον διδόναι»). Αν δεν είχαν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους ενάγονταν στο δικαστήριο και υφίσταντο κυρώσεις: ατιμία, χρηματικό πρόστιμο, δήμευση περιουσίας, ακόμη και θάνατο.
Αντιθέτως, σε τούτη τη χώρα ουδείς είναι υπεύθυνος, όλοι είναι ανυπεύθυνοι. Αυτό σημαίνει αποσύνθεση, δηλαδή αυτοί οι οποίοι θα έπρεπε να κάθονται στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθονται δυστυχώς στους υπουργικούς θώκους, στα έδρανα της Βουλής ή απολαμβάνουν τα προνόμια που αποκόμισαν από τα αξιώματά τους εις βάρος του γενικού συμφέροντος. Με άλλα λόγια, η χώρα, βυθισμένη στην ανομία και την αδικία, βαδίζει ολοταχώς στη φθορά και την καταστροφή.